Τσιτσάνης δια χειρός Ξαρχάκου στο Μέγαρο

Τσιτσάνης δια χειρός Ξαρχάκου στο Μέγαρο
Ακολουθήστε μας στο Google news

Είχαμε φτάσει πια στο τέλος της συναυλίας, όταν μια «λαμπερή» Συννεφιασμένη Κυριακή ήρθε και φώλιασε στα στόματα και τις καρδιές του ακροατηρίου. Πως γίνεται μια Συννεφιασμένη Κυριακή να είναι «λαμπερή», θα αναρωτιέστε. Μα, όταν είναι τόσο προσεκτικά ενορχηστρωμένη και παιγμένη, λάμπει ολάκερη. 

21 Ιανουαρίου 2015
Του Γιώργου Μυζάλη
 
Και τέτοια ήταν η Συννεφιασμένη Κυριακή, αλλά και τα υπόλοιπα τραγούδια της χθεσινοβραδινής Τρίτης (20/1) στο Μέγαρο Μουσικής. Αφιέρωμα στον Βασίλη Τσιτσάνη και τα τραγούδια του, λοιπόν, με τη διεύθυνση του Σταύρου Ξαρχάκου και τις ερμηνείες της Δήμητρας Γαλάνη και της Ελευθερίας Αρβανιτάκη. Και ήταν ωραία. 
 
Ένα μικρό πρόβλημα εντοπίζω σε αυτές τις βραδιές και αυτό έχει να κάνει με το τραγούδισμα. Προφανώς συνιστά καταξίωση (έστω και μετά θάνατον) για το έργο του Βασίλη Τσιτσάνη το να παίζεται σε αίθουσες σαν αυτή του Μεγάρου, μπροστά σε πολυπληθές κοινό, από ωραίες και πολυμελείς ορχήστρες, κάτω από όμορφα φώτα (αν και χθες το βράδυ τα φώτα ήταν «κάπως»). Ωστόσο, στις αίθουσες αυτές δημιουργείται ένα «κράτημα» στον θεατή/ακροατή. Στο παραπάνω περιβάλλον, φοβάσαι να τραγουδήσεις. Κρατιέσαι. Είσαι σφιγμένος. Νιώθεις ότι θα ενοχλήσεις εκείνους που, από σκηνής, δίνουν τον καλύτερό τους εαυτό για να παρουσιάσουν κάτι καλό, αλλά και τους σιωπηλούς «κρατημένους» που σε περιβάλλουν. Κι αν – όπως έχω ακούσει να λέει επανειλημμένα ο Γιώργος Νταλάρας – ο Βασίλης Τσιτσάνης, όσο ζούσε, είχε την επιθυμία να μπει η μουσική του σε αυτούς τους χώρους, ίσως να άλλαζε γνώμη αν ήταν μαζί μας ακόμα. 
 
Όμως, ακόμα και με αυτό το «κράτημα», ο Βασίλης Τσιτσάνης, μέσα από το έργο του, είναι εδώ, ακόμα. Τα τραγούδια του είναι βαθιά χαραγμένα στο συλλογικό dna μας και δυο νότες εναρκτήριες από το «Παράπονο του ξενιτεμένου» ή την «Αχάριστη» είναι ικανές να φτιάξουν ένα γνώριμο ηχοτοπίο για όλους μας, ένα safe place. Κι όταν η επικοινωνία των τραγουδιών του ανατίθεται σε αγαπημένες και ικανές φωνές, σαν της Δήμητρας Γαλάνη και της Ελευθερίας Αρβανιτάκη, τότε όλα μοιάζουν (και είναι) ιδανικά. 
 
Ταξιδέψαμε σε μονοπάτια γνώριμα χθες το βράδυ στο Μέγαρο. Έμοιαζε με βόλτα στην παιδική μας γειτονιά. Κι αν δεν τραγουδήσαμε όσο (ή όπως) θέλαμε, λίγη σημασία έχει. Τα τραγούδια είναι εδώ, έτοιμα και διαθέσιμα προς «χρήση» ανά πάσα ώρα και στιγμή. Άλλωστε, για κάποιους από εμάς, αρκετή ώρα μετά το τέλος της συναυλίας, έπαιζε στο repeat το «σαν απόκληρος γυρίζω…».
Καλά τραγουδίσματα.