Ελληνική Δισκογραφία: Ενας βλάκας και μισός (part I)

Ελληνική Δισκογραφία: Ενας βλάκας και μισός (part I)
Ακολουθήστε μας στο Google news

Ο εξαιρετικός Χρήστος Ευθυμίου, ο πρωταγωνιστής της κλασσικής ελληνικής ταινίας του 1959 «Ενας Βλάκας Και Μισός», έχει βρει εδώ και χρόνια τον δάσκαλό του. Ο λόγος για την ελληνική «βιομηχανία» δισκογραφίας ή πιο περιγραφικά την δισκογραφική ένωση ψιλικατζήδικων και ψιλικατζήδων.

27 Μαρτίου 2015


Του Αντώνη Παπαβομβολάκη (Δισκογραφικός Παραγωγός)
 
Ναι, η δισκογραφία παγκοσμίως περνά μια κάμψη, είναι ευρέως παραδεκτό και γνωστό. Κάμψη, όμως. Όχι ακαμψία. 
Σ´ αυτό το άρθρο σκοπό δεν έχουμε να αναλύσουμε τη δισκογραφία σε παγκόσμιο επίπεδο. Στις χώρες όπου είναι βαρύ πυροβολικό στην οικονομία, προέκυψαν σκέψεις, λύσεις, συνενώσεις εταιριών, εξαγορές και λουκέτα. Αλλά και νέες μουσικές, νέοι μουσικοί, νέες ιδέες. Νέες τεχνολογίες, νέα προσέγγιση του κοινού, νέοι τρόποι προάσπισης του δισκογραφικού υλικού, νέες (ή πολύ παλαιότερες που επιστρέφουν) πρακτικές, επιτρέπουν στη δισκογραφία να υπάρχει. Και σε μερικές περιπτώσεις (αρκετές), να σπάει ρεκόρ παλαιότερων δεκαετιών. Ρεκόρ πωλήσεων. Ναι. Η δισκογραφία εκεί έξω ακόμα πουλάει. Το δισκογραφικό σύστημα καλά κρατεί. Δεν θεριεύει συνολικά όπως σε άλλες δεκαετίες, αλλά ζει και βασιλεύει. 
Σκοπός του άρθρου είναι η ανάλυση της εγχώριας δισκογραφίας. Και τις αλλαγές που έχει φέρει -όχι η οικονομική κρίση του 2009 που «χτύπησε» τη χώρα- αλλά μιας ιδιότυπης «ιδιωτικής» εσωτερικής κρίσης που ο κλάδος είχε χρόνια πριν, από μόνος του. Όλοι ανθούσαν, αναπτύσσονταν, μεγάλωναν, εκείνος συρρικνωνόταν. Μέρα με τη μέρα, κυκλοφορία στην κυκλοφορία. Χρόνια πριν τη γενικευμένη κρίση, που τελικά κατέστησε τις δισκογραφικές σκέτο γραφικές, εντελώς ξεπερασμένες και το χειρότερο: περιττές. 
 
Εταιρίες-μαμούθ κάποτε, με εγκαταστάσεις που θα ζήλευαν και τα μεγαλύτερα brand στον κόσμο, υπερστούντιο και «ειδικοί» εσωτερικής κατανάλωσης (που δεν γνώρισαν όμως ποτέ αναγνώριση από το εξωτερικό με υπερελάχιστες εξαιρέσεις - και αυτό λέει πολλά) κόσμος και ντουνιάς να εργάζεται μέσα σ´ αυτές τις περισσότερες φορές χωρίς καμία εξειδίκευση, χωρίς καμία μουσική γνώση, χωρίς καμία, έστω, σχετική περγαμηνή. Ελάχιστες οι εξαιρέσεις, και όσες υπήρξαν δεν βρίσκονται εδώ και χρόνια ενεργοί σε κάποια από τις εναπομείνασες εταιρείες. Αποσύρθησαν. Οι «γάτοι» που παρέμειναν (και απέμειναν) αποδείχτηκαν πολύ πιο ικανοί στην ίντριγκα και στο παιχνίδι του «πώς να νικήσετε τον ικανό συνάδελφό σας όταν είστε ένα τίποτα». 
 
Αυτά τα τίποτα σήμερα, ως επί το πλείστον, μαζεμένα σε «φωλιές» αποτελούν τον βασικό κορμό της ξεχαρβαλωμένης «μηχανής» που ονομάζεται ελληνική δισκογραφία. Απαξιωμένοι πλήρως από τους δημιουργούς, τους τραγουδιστές, τους στουντιάρχες, τους πραγματικούς ειδικούς και ειδήμονες. Γραφικές φιγούρες, κέρινα ομοιώματα μιας άλλης εποχής, εκείνης που έπαιζαν σημαντικό ρόλο και με ύφος καρδινάλιου παράγγελναν τραγούδια και δίσκους κατά την δική τους, προσωπική, χαμηλή αισθητική και κρίση. Με σημαία ατάκες του τύπου «αυτά θέλει ο κόσμος», «για την Ελλάδα καλό είναι» και «πολλοί θα τ´ ακούσουν, λίγοι θα το καταλάβουν», ηγήθηκαν επί δεκαετίες με μόνο τους χόμπι τις τρικλοποδιές των «αντιπάλων», τα λάθη των «άλλων». Και τις επίπλαστες «πρωτιές» τους. Τις ψεύτικες απονομές χρυσών και πλατινένιων δίσκων. Κανείς τους δεν ενδιαφέρθηκε, αυτοί οι "πλατινένιοι" δίσκοι, να τύχουν αυτής της τιμής επειδή αγαπήθηκαν απ´ τον κόσμο. Ενδιαφέρθηκαν και ενδιαφέρονται απλά να τον κάνουν «πλατινένιο» επιτυγχάνοντας μια συμφωνία με μια εφημερίδα, να πουλήσει η εφημερίδα, να ενθέσουν τον δίσκο σαν να είναι διαφημιστικό προσπέκτους, να το κάνει ο κόσμος σουβέρ χωρίς να μην τον ακούσει ποτέ κανείς και για κανένα λόγο και μετά να μαζευτούν κάπου, να κάνουν μια απονομή με μόνο «κοινό» τους φωτογράφους και να συνεχίσουν την άθλια και μουσικά ανύπαρκτη «καριέρα» τους ακάθεκτοι. Και για να μπορούν να κοιμούνται τα βράδια, συνάπτουν συμφωνίες με τους λιγοστούς καλλιτέχνες που εννοούν και τιμούν τη δουλειά τους, δισκογραφούνται και προχωρούν. Για να έχουν άλλοθι. Μια κακοστημένη παράσταση χωρίς θεατές. Γιατί σε όλο αυτό το σκηνικό, το σημαντικότερο είναι πως δεν υπάρχει κοινό. Κόσμος, αγοραστές. Ούτε τους αφορά όλο αυτό, ούτε καλούνται κάπου να πάρουν μέρος σε αυτό. Ούτε τους ενοχλούν, ούτε καν τους... σκουντάνε. Ο κόσμος έχει αποσυρθεί εδώ και χρόνια απ´ αυτό το σκηνικό. Μηδενικές οι πραγματικές πωλήσεις, ανύπαρκτο το ενδιαφέρον για αυτά που στήνουν. Ελάχιστα έως τραγικά λίγα σημεία πώλησης (τι εξωφρενικό να παράγεις ένα προϊόν χωρίς να υπάρχουν καταστήματα για να διαθέσουν αυτό που παράγεις;!). 
 
Αυτό συμβαίνει και στον υπόλοιπο πλανήτη; ΌΧΙ βέβαια.
Τι έφταιξε και φτάσανε ως εδώ;
Πολύ γρήγορα και επιγραμματικά:
 
• Η απαξίωση του περιεχόμενου. Χιτάκια του 15νθήμερου και άλλα 8, 10, 12, 16 ή και 20 (!!) τραγούδια σε ένα δίσκο που σε 15 μέρες, στην καλύτερη περίπτωση, κρεμιόταν στο μπαλκόνι για να τρομάζει τα περιστέρια. Κακά επεξεργασμένες φωνές και όργανα από στουντιακά μηχανήματα, photoshopαρισμένες μέχρι εμετού, «star». Χαμηλής νοημοσύνης και δεξιότητας «καλλιτέχνες», κακές παραγωγές, πρόχειρες ενορχηστρώσεις. Ανύπαρκτα lay out των ενθέτων, δυσέλιδα (από πολυσέλιδα) βιβλιαράκια χωρίς καν στίχους κ.λπ.
 
• Η ισοπέδωση του ψηφιακού δίσκου: το αντικειμενικό πρόβλημα από καταβολής του cd ήταν η ευκολία αναπαραγωγής του σε μαζικό και ιδιωτικό επίπεδο. Από τη στιγμή που δόθηκε στον κόσμο η δυνατότητα να αναπαράγει το υλικό αυτούσιο με εξευτελιστικό κόστος (16 μόλις λεπτά του ευρώ το ένα), ο κάθε ακροατής αντέγραψε το προϊόν ή μπορούσε πλέον να δημιουργήσει ο ίδιος μια συλλογή τραγουδιών καλύτερη από αυτή που του πλάσαραν οι μέτριοι complilators των εταιρειών. Αφού απέτυχαν παταγωδώς οι όποιες προσπάθειες «κλειδώματος» του πρωτότυπου υλικού, ισοπεδώθηκε εν Ελλάδι και εν μία νυκτί, όταν διατέθηκε με το τσουβάλι με τις εφημερίδες και τα περιοδικά. Απολύτως ελληνικό φαινόμενο και άκρως εγκληματικό. Πρόσφατα διαβάσαμε μία ανυπόστατη δήλωση δισκογραφικού στελέχους που δήλωσε πως... έδωσαν τα cd με το φτυάρι στις εφημερίδες «για να σώσουν τις δισκογραφικές εταιρείες»! Τραγέλαφος. Δεν εξηγείται αλλιώς η δήλωση, προφανώς στο γεμάτο λάθη μυαλό τους, πέρασαν τον σταυρό της ταφόπλακας για  σταυρό του νοσοκομείου και πήγαν να σώσουν τον ασθενή ενταφιάζοντάς τον. Γιατί ακριβώς αυτό ήταν το τελευταίο μεγάλο -μοιραίο- λάθος τους.
Αν αυτή η κίνηση έγινε για να διασωθούν οι δισκογραφικές τότε γιατί δεν διασώθηκαν; Πώς εξηγείται το ότι έκλεισαν (εκτός της εταιρείας του συγκεκριμένου διακεκριμένου στελέχους) οι τρεις τεράστιοι πολυεθνικοί κολοσσοί; Sony Music: Έκλεισε. Warner Music: Έκλεισε. Universal Music: ´Εκλεισε (ξεπουλήθηκε στην EMI όταν ΠΑΓΚΟΣΜΙΩΣ συνέβη ακριβώς το αντίθετο: η Universal -η μεγαλύτερη εταιρεία στον πλανήτη- εξαγόρασε την ΕΜΙ, αλλά με αυτό το... οξύμωρο ελληνικό "φαινόμενο" μπορούμε να ασχοληθούμε σε επόμενο άρθρο). Η δήλωση του δισκογραφικού στελέχους μοιραία μας θυμίζει το σενάριο του «σωσίματος» των ελληνικών τραπεζών. Μπορεί να κατόρθωσαν να μην κλείσουν, αλλά λειτουργούν; Χρηματοδοτούν νέες κινήσεις; Είναι μέρος της αγοράς; Ή απλώς καλύπτουν την κεφαλαιακή τους ανεπάρκεια; Τι νόημα έχει απλώς η ύπαρξη μίας εταιρείας (γιατί μία έμεινε), όταν δεν χρηματοδοτεί νέες παραγωγές; Το «σώσιμο» μιας δισκογραφικής δεν συνιστά και σώσιμο της δισκογραφίας, με τον ίδιο τρόπο που το σώσιμο των τραπεζών δεν συνιστά και σώσιμο της οικονομίας, παρά μόνο της τσέπης των τραπεζιτών.
 
• Η υψηλότατη τιμή στις εγχώριες παραγωγές. Οι καινούριοι U2 με 9,99€ και η καινούρια Μαριάντα Πιερίδη 19,90€ (ως το 2008). Μπίνγκο.
 
• Το δωρεάν ιντερνετικό download (Torrent). Όταν μπορεί κάποιος να κατεβάσει ανενόχλητα και δωρεάν ένα δίσκο, και 0,01€ να πωλείται, είναι πανάκριβος.
 
• Η απόλυτη ανυπαρξία συστήματος, σχεδίου ή έστω κοινής στρατηγικής του κλάδου για την προάσπιση των προϊόντων του. Ο καθένας στον κόσμο του κι όλοι μαζί στον κουβά. Η αποθέωση του ελληνικού παρτακισμού, της ανυπαρξίας σοβαρότητας σε κάθε επίπεδο, της εμμονής στη λαϊκή ρήση «επειδή δεν έχω να πάρω εγώ γάιδαρο, να του ψοφήσει του γείτονα». Καμία οργανωμένη κίνηση προστασίας του υλικού από την δωρεάν διάθεση στο διαδίκτυο, καμία οργανωμένη κίνηση στήριξης των δισκοπωλείων προκειμένου να αποφευχθεί το ενδεχόμενο να έχεις το προϊόν, αλλά να μην έχεις σημεία πώλησής του. Χρειάζονταν απλώς νηπιακές γνώσεις management σπυριάρη πρωτοετή φοιτητή.
 
Και μέσα σε όλα αυτά, προσθέστε την ατολμία, την πλήρη απουσία καινοτομιών και ιδεών, την πλήρη άγνοια ή απαξίωση εμπεριστατωμένων διεθνών στατιστικών, τις γελοίες μανατζερίστικες κινήσεις, την πλήρη, τελικά, άγνοια του αντικειμένου. Και οι σχέσεις με το ραδιόφωνο. Άλλο από εκεί. Κάντο μου επιτυχία (χωρίς να αξίζει) και θα σου δώσω αυτό (κάτω απ´ το τραπέζι και χωρίς να πάρει χαμπάρι κανένας). Μπακαλοσυμφωνίες του ποδαριού και αλληλοκολλητιλίκια, καθρέφτης ενός ανούσιου εμπορίου χωρίς πελάτες.
 
Αδιέξοδο.


Ποιες, θα ρωτήσετε εύλογα, είναι οι λύσεις; Αν για κάθε πρόβλημα υπάρχει και η λύση του, ποια ή ποιες είναι αυτές;