Έτσι χτίζονται οι σχέσεις. Με τραπέζωμα και καλλιτεχνική πουτανιά.

Έτσι χτίζονται οι σχέσεις. Με τραπέζωμα και καλλιτεχνική πουτανιά.
Ακολουθήστε μας στο Google news

Το θέμα του Λούκου δεν το ξέρω καθόλου, γι αυτό δεν έχω πάρει θέση ούτε καν με ένα like στο Facebook, αλλά τη χαμένη τιμή του καλλιτεχνικού ρεπορτάζ την ξέρω καλά (στο μουσικό κομμάτι βέβαια, όπου διακυβεύονται πολύ λιγότερα σε σχέση με το Φεστιβάλ Αθηνών). Και την ξέρω και από τις δύο πλευρές.

28 Δεκεμβρίου 2015
Του Νίκου Μωραϊτη 
 
Αφορμή για τα παραπάνω το άρθρο του Δημήτρη Κανελλόπουλου για τη χαμένη τιμή του καλλιτεχνικού ρεπορτάζ στην περίπτωση Λούκου. Θυμάμαι, τα χρόνια που έκανα μουσικό ρεπορτάζ, όταν πήγαινα με άλλους τότε συναδέλφους σε παράσταση γνωστού καλλιτέχνη και μας έλεγε «μετά σας έχω τραπέζι», δεν είχα το θάρρος να πω «όχι». Γιατί όντως, αν θες να είσαι κανονικός συντάκτης και όχι παρατρεχάμενος, δεν κάνει να είσαι παρών στο «μετά». Κι έτσι είχα γίνει τις φορές εκείνες ομοτράπεζος του κουτσομπολιού του καλλιτέχνη, του κύκλου των εκλεκτών του όπου αυτοθαυμαζόταν και έβριζε όλους τους άλλους. Και τι κάνεις τότε; Συναινείς, σιωπάς ή διαφωνείς και σε παίρνει ο διάολος; Γι' αυτό λοιπόν ένα «συγχαρητήρια» και ένα «καληνύχτα» στα καμαρίνια είναι αρκετό.
 
Δεν το είχα αυτό το θάρρος, λοιπόν, τα πρώτα χρόνια τουλάχιστον, και δεν το είχαν και πολλοί τότε συνάδελφοί μου. Στους λίγους που το είχαν, μπράβο. Αυτοί είναι οι αληθινοί δημοσιογράφοι του καλλιτεχνικού ρεπορτάζ. Γιατί αν αρχίσεις τα πάρε δώσε και τα τραπεζώματα, στο τέλος θα καταλήξεις ή φερέφωνο ή μπουλντόγκ. Αλλά και να μην καταλήξεις, ποιος σου λέει ότι θα τη γλιτώσεις εύκολα;
 
Στην πρώτη αρνητική κριτική που θα γράψεις γιατί απλώς αυτό που είδες δεν σου άρεσε, ο καλλιτέχνης παίρνει τηλέφωνο τον προϊστάμενό σου και αρχίζει και βρίζει, απειλεί, ζητάει τα ρέστα κλπ. Ευτυχώς, εγώ ήμουν τυχερός εκείνα τα χρόνια. Είχα αρχισυντάκτες που δεν μασάγανε. Δεν είχε γιγαντωθεί και το ίντερνετ, βλέπεις, όπου ο καθένας έγινε αρχισυντάκτης του εαυτού του.
 
Ας πάμε, όμως, στην άλλη όψη του νομίσματος, γιατί με τα χρόνια καταλήγω ότι ο καλλιτέχνης έχει τη μεγαλύτερη ευθύνη. Ο δημοσιογράφος -και ιδίως ο νέος δημοσιογράφος- δυστυχώς θέλει συχνά να φανεί, να δειχθεί, να πει «χθες το βράδυ έφαγα με τον τάδε». Και δεν είναι απαραίτητα ιδιοτελής ο σκοπός του. Την τέχνη αγάπησε, γι' αυτό έγινε καλλιτεχνικός συντάκτης. Και τώρα έχει τη δυνατότητα να μοιραστεί το ίδιο τραπέζι με έναν από τους καλλιτέχνες που μέχρι χθες έβλεπε μόνο ως κοινό. Γι' αυτό ο καλλιτέχνης έχει τη μέγιστη ευθύνη. Γιατί είναι ο ισχυρός, η κεφαλή του τραπεζιού.
 
Άσε ρε φίλε να σε κρίνουν για το έργο σου και όχι για το αν κέρασες, αν ξανακέρασες, αν πλήρωσες το λογαριασμό. Ίσως κάποιοι να έχουν μπερδευτεί και λίγο. Ακούνε για «Φλόκα» και «Ζόναρς» επί Χατζιδάκι και νομίζουν ότι ο Χατζιδάκις, ο Γκάτσος και ο Τσαρούχης τραπέζωναν δημοσιογράφους. Άλλο οι καλλιτεχνικές παρέες και άλλο οι δημόσιες σχέσεις.
 
Δυστυχώς, υπάρχουν σήμερα καλλιτέχνες που αντέχουν χάρη στα τραπεζώματά τους. Με 100 άτομα κοινό και παραστάσεις - ξαναζεσταμένα φαγητά, καταφέρνουν να παίρνουν διθυραμβικές κριτικές στον Τύπο χάρη στις σχέσεις που έχουν αναπτύξει με τους ανθρώπους του. Και άλλοι, που δεν κερνάνε καν, αλλά είναι πρώτοι στη γαλιφιά: «Αγάπη μου, πρέπει να ακούσεις οπωσδήποτε το καινούργιο μου τραγούδι. Αν δεν σου αρέσει, δεν το βγάζω σινγκλ». Και νιώθεις τότε εσύ ως ο μεγάλος παράγων από τον οποίο εξαρτάται το νέο σινγκλ του δείνα τραγουδιστή, ενώ ο ίδιος έχει πάρει άλλους δέκα δημοσιογράφους, ραδιοφωνικούς παραγωγούς και λοιπούς ακολούθους και τους έχει πει το ίδιο πράγμα! Έτσι χτίζονται οι σχέσεις. Με τραπέζωμα και καλλιτεχνική πουτανιά.
 
Αλλά, να σας πω κάτι ευχάριστο; Οι πραγματικά μεγάλοι που έχω γνωρίσει σε αυτό τον χώρο, ποτέ δεν κούνησαν ούτε το μικρό τους δαχτυλάκι για να κάνουν τέτοια καραγκιοζιλίκια. Καμία Χαρούλα, καμία Δήμητρα, κανένας Μητροπάνος -έτσι, για να πιάσω μόνο δύο ζώσες θεές και έναν θεό που είναι εκεί ψηλά- δεν διανοήθηκαν να μετατρέψουν την τέχνη τους σε αλισβερίσι.