Τάση Χριστογιαννόπουλε, τι μουσική ακούει ένας βαρύτονος;

Τάση Χριστογιαννόπουλε, τι μουσική ακούει ένας βαρύτονος;
Ακολουθήστε μας στο Google news

Ο διεθνώς αναγνωρισμένος καλλιτέχνης, μιλάει στο loaded.gr, με αφορμή την παράσταση «Η Επιστροφή του Οδυσσέα στην Πατρίδα»

28 Ιουλίου 2020

Στις 4 και 5 Αυγούστου, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, θα παρουσιαστεί στο Ηρώδειο από την Καμεράτα η όπερα του Μοντεβέρντι, «Η Επιστροφή του Οδυσσέα στην Πατρίδα». Στον ομώνυμο ρόλο θα συναντήσουμε τον βαρύτονο Τάση Χριστογιαννόπουλο.

Κάπου ανάμεσα στις πρόβες – οι οποίες έχουν προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα, ο διεθνούς φήμης καλλιτέχνης μίλησε στο loaded.gr για την παράσταση, τη νέα εποχή της Λυρικής, τις μοντέρνες προσεγγίσεις στην όπερα και φυσικά τη μουσική ακούει.

Στην Αφροδίτη Παπακαλού

Τι πρέπει να γνωρίζουμε για την «Επιστροφή του Οδυσσέα στην Πατρίδα»;

Μπορώ να  σας πω ότι είναι ένα πάρα πολύ ωραίο έργο γιατί έχει να κάνει με την ανθρώπινη ύπαρξη. Όπως τώρα με τον κορωνοϊό κάποιος μπορούσε να αναστοχαστεί, ο υποχρεωτικός εγκλεισμός έδωσε μια ευκαιρία να δούμε προς τα μέσα, άρα ήταν μια ευκαιρία για ένα είδος «Επιστροφής στην Πατρίδα», όπως επιστρέφει και ο Οδυσσέας.

Μα ο Οδυσσέας είναι ο καθένας από εμάς...

Είναι η ανθρώπινη ύπαρξη, είναι το ταξίδι όλου αυτού που λέμε ζωή, έχει πειρασμούς, δυσκολίες, έχει ένα στόχο να ξαναγυρίσει εκεί απ’ όπου ξεκίνησε και εμείς από κάπου ερχόμαστε και κάπου πάμε, είμαστε ένα είδος ταξιδιώτη στον πλανήτη. Τίποτα δεν είναι σταθερό.

Ο «Οδυσσέας» του Μοντεβέρντι είναι ο επίλογος της Οδύσσειας, από τη στιγμή που ο Οδυσσέας πατά το πόδι του στην Ιθάκη, το έργο όμως αρχίζει με έναν πρόλογο που δεν υπάρχει στην Οδύσσεια, όπου έχουμε την Umana Fragilita δηλαδή την ανθρώπινη ευθραυστότητα η οποία άγεται και φέρεται από τον χρόνο, την τύχη και τον έρωτα. Κατά κάποιον τρόπο «παίζουν» με τον άνθρωπο, είναι έρμαιο αυτών των δυνάμεων ο άνθρωπος. Όπως αντίστοιχα ο Οδυσσέας και ο καθένας από εμάς.

Και στο έργο κάθε χαρακτήρας αντιστοιχεί σε ένα κομμάτι της ανθρώπινης ύπαρξης...

Έχουμε ένα ζευγάρι εραστών τον Ευρύμαχο και την Μελανθώ που το μόνο που τους νοιάζει είναι ο έρωτάς τους. Έχουμε τους μνηστήρες, οι οποίοι θα έλεγα ότι αντιστοιχούν στην πλεονεξία, στον δόλο, στη φιλαργυρία, στη ματαιοδοξία. Είναι ένα είδος πειρασμών, αμαρτιών που όλοι τις φέρουμε. Έχουμε τον Ίρο, έναν από τους μνηστήρες ο οποίος είναι ένας χοντρός τύπος που αντιστοιχεί στην γαστριμαργία και στη δειλία ταυτόχρονα.

Επίσης, η Ευρίκλεια η παραμάνα αντιστοιχεί στη στοργή και στο δίλημμα επειδή αναγνωρίζει τον Οδυσσέα αλλά αμφιταλαντεύεται αν πρέπει να μιλήσει ή όχι. Έχουμε τη σχέση του παιδιού προς τον πατέρα που είναι ο Τηλέμαχος ο οποίος περνά μία φάση ενηλικίωσης, την φιλία με τον Εύμαιο και την αφοσίωση, έχουμε την παρουσία του Θείου στο πρόσωπο της Αθηνάς και των άλλων θεών σε σχέση με τον άνθρωπο και στο τέλος έχουμε το αρσενικό και το θηλυκό της ανθρώπινης ύπαρξης, τον Οδυσσέα και την Πηνελόπη που είναι ουσιαστικά δύο κομμάτια της ίδιας οντότητας.

Ένα κομμάτι μέσα μας που πιστεύει, εμπιστεύεται και περιμένει αυτό το σμίξιμο ξανά, το αρσενικό κομμάτι αφού γυρίζει όλον τον κόσμο, πολεμά και μάχεται, ξεπερνά τις σειρήνες, σκοτώνει τους πειρασμούς, καταλήγει πού… Δηλαδή ο στόχος της ανθρώπινης ύπαρξης είναι η συνάντηση με τον άλλο η σχέση. Και εκεί το έργο κλείνει με έναν ήσυχο τρόπο. Είναι συναρπαστικό ότι ο Μοντεβέρντι έχοντας περάσει απ όλο αυτό το φαντασμαγορικό κομμάτι των περιπετειών, της δράσης και των εντάσεων, όταν καταλήγουν και σμίγουν αυτοί οι δύο είναι σαν να ησυχάζουν τα πάντα. Δεν έχει τίποτα το θριαμβευτικό αλλά πλήρως την αίσθηση της γαλήνης.

Το τέλος, αυτό ήταν και ένα μουσικό ιδίωμα της εποχής βέβαια, οι ηχητικές διαφωνίες, δηλαδή όταν καταλήγουμε σε μια φράση με δύο φωνές αυτές είναι σε δύο διαφορετικές νότες μέχρι να καταλήξουν στην ίδια, μεσολαβεί μια διαφωνία πολύ περίεργη είναι σχεδόν παράφωνο και μένει ανοιχτή μια αμφιβολία για το αν πράγματι εδώ τελειώνει η ιστορία. Ησυχάζουμε μεν αλλά στη μουσική διακρίνεις και ένα «από εδώ και πέρα τι;»

Πρόκειται για ένα συναρπαστικό έργο

Παρότι παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1640, ξεπερνά τα ιστορικά και τα χρονικά όρια από την δημιουργία του όπως και η Οδύσσεια. Άλλωστε, όλα τα μεγάλα έργα ξεπερνούν και το ιστορικό τους πλαίσιο και το ανθρώπινο. Μας περιλαμβάνει γι’ αυτό μπορούμε μετά από εκατοντάδες χρόνια να σχετιζόμαστε μαζί και να ταξιδεύουμε. Υπήρχε και θα υπάρχει και μετά από εμάς.

«Κάνουμε τις πρόβες με τις νέες συνθήκες αλλά δεν υποφέρουμε»

Πώς βιώνετε την διαδικασία των προβών σε αυτήν την πρωτόγνωρη κατάσταση;

Το περίεργο τώρα είναι με τις πρόβες που πρέπει να αλλάζουμε ρούχα, παπούτσια λόγω κορωνοϊού. Οι συνθήκες είναι καινούργιες. Οι καλλιτέχνες με την επιλογή που έχουν κάνει να ασχολούνται με την τέχνη άρα είναι σε μεγάλο βαθμό «αντικομφορμιστές», δεν πάνε με το σύνηθες των υπολοίπων ανθρώπων γιατί ρισκάρουν να εκφράσουν αυτά που θέλουν και ρισκάρουν και την επιβίωσή τους γιατί πολλές φορές μπορεί να εκφράζεσαι καλλιτεχνικά και να μην έχεις να φας. Από αυτήν την επιλογή έχουμε μάθει κάπως να «περιγελάμε» τον κίνδυνο. Όχι όμως να αψηφούμε τον κίνδυνο ή να μην σεβόμαστε το κοινό καλό. Κάνουμε τις πρόβες με τις νέες συνθήκες αλλά δεν υποφέρουμε. Γελάμε με έναν τρόπο, το «διασκεδάζουμε», ότι εμείς είμαστε εκεί και να τραγουδάμε με τη μάσκα στο πρόσωπο. Είναι σαν να «βγάζουμε τη γλώσσα στην τρομοκρατία».

Πώς κρίνετε τη στάση της Πολιτείας απέναντι στους καλλιτέχνες το τελευταίο διάστημα;

Το πιο εύκολο πράγμα θα ήταν να πει κάποιος ότι η Πολιτεία κάνει λάθος, δεν είναι δίκαιη, δεν φέρεται σωστά. Δεν μπορώ να πω ούτε ναι ούτε όχι. Δεν θα ήθελα να αναγνωρίσω δόλο στις επιλογές του κράτους και της εξουσίας. Από την άλλη μεριά το ελληνικό κράτος έχει στοιχεία και συμπεριφορές από την εποχή της σύστασής του. Έχει δυσκολίες στα αντανακλαστικά και συγκεκριμένες νοοτροπίες εδώ και εκατοντάδες χρόνια. Άρα, μέσα σε αυτές θεωρώ ότι κάποια πράγματα έγιναν καλά και κάποια όχι. Σίγουρα για όσα θα μπορούσαν να γίνουν καλύτερα έχει νόημα να τα διεκδικήσουμε και να τα φωνάξουμε. Για παράδειγμα κάποια βοήθεια δόθηκε. Όχι όμως το ιδανικό.  Άλλωστε, πού και πότε δίνεται το ιδανικό από μια εξουσία στον πολίτη; Δεν είμαι ειδικός για να απαντήσω.

Στο εξωτερικό όμως;

Κάποιες παραγωγές που επρόκειτο να ανέβουν στη Γαλλία και ματαιώθηκαν ή αναβλήθηκαν για το μέλλον,  όμως το γαλλικό κράτος μας αποζημίωσε. Όχι με όλο το ποσό φυσικά αλλά πήραμε μέρος της αμοιβής μας. Από άλλους συναδέλφους στις ΗΠΑ ξέρω ότι δεν πληρώθηκαν.

ΕΛΣ: Ένας ζωντανός οργανισμός που εξελίσσεται

Η Λυρική έχει μπει σε νέα εποχή;

Έχει μπει σίγουρα σε νέα εποχή χωροταξικά γιατί έχει στη διάθεσή της χώρους που δεν είχε μέχρι τώρα. Η διεύθυνση, η οποία διαχειρίζεται τα νέα κτίρια και την καινούργια πολιτική γιατί έχει μεγάλη οικονομική υποστήριξη από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, άρα έχει περισσότερα χρήματα, θα μπορούσε να σηματοδοτήσει μια νέα εποχή. Από εκεί και πέρα επειδή τραγουδώ περισσότερα από 30 χρόνια, θα θεωρούσα άδικο προς την ύπαρξη και την πορεία της ΕΛΣ να «πετούσαμε» τα προηγούμενα χρόνια σαν κάτι κακό. Είναι ένας ζωντανός οργανισμός που εξελίσσεται.

Το νέο στοιχείο αισθάνομαι ότι είναι ο καινούργιος χώρος και οι άνθρωποι οι οποίοι διαχειρίζονται και διευθύνουν τον οργανισμό σήμερα που έχουν προφανώς και την πρόθεση και την δυνατότητα να κάνουν ανοίγματα που δεν μπορούσαν να γίνουν στο παρελθόν. Δηλαδή πριν 10 χρόνια δεν μπορούσε να ανεβάσει μια παραγωγή σαν τον Βότσεκ. Για τεχνικούς λόγους, δεν χώραγε. Επομένως, δεν είναι δίκαιο να συγκρίνουμε το πριν και τώρα σαν να κατακτήσαμε κάτι και το προηγούμενο το πετάμε. Είναι μια θετική ζωντανή εξέλιξη.

Πλέον, έρχονται νεότερες ηλικίες;

Οι στατιστικές λένε ναι. Αυτό που μένει να φανεί στην πορεία του χρόνου είναι αν αυτοί οι νέοι άνθρωποι θα εξακολουθήσουν να έρχονται. Δηλαδή, έρχονται επειδή έχουμε έναν καινούργιο χώρο και γίνεται μια επιτυχημένη προσπάθεια και στο marketing άρα πάμε να δούμε τη Λυρική; Αν αυτό το κοινό, σε 5 και 10 χρόνια θα εξακολουθήσει να έρχεται και θα είναι όχι το νεαρό αλλά το πιο ενήλικο, αυτό θα είναι το πιο ουσιαστικό κέρδος. Ωραία πάντως είναι που έρχονται αλλά το ζητούμενο είναι όπως λέγαμε και με τον Οδυσσέα, αν αυτή η συνάντηση καταφέρει να συστήσει μία σχέση, έχουμε κερδίσει.

Η όπερα ανήκει σε άλλη εποχή ή έχει θέση στο σήμερα;

Η όπερα που είναι μια μορφή τέχνης του χθες γεννήθηκε το 1600, αναπτύχθηκε το 1700-1800 το 19ο αιώνα έφτασε στο αποκορύφωμά της, τώρα πια οι ταχύτητες και η επαφή που έχουν οι άνθρωποι με το κοινωνικό γίγνεσθαι είναι τελείως διαφορετική μέσω internet και εικόνας, εδώ βλέπεις ένα video και ήδη θες να πας στο επόμενο, ο τρόπος της ζωής είναι τόσο διαφορετικός, η όπερα έχει τη μαγεία της ζωντανής μουσικής.

Νομίζω ότι είναι το μόνο μέρος όπου μπορεί κάποιος να πάει, να ακούσει, να αισθανθεί τις δονήσεις μιας μουσικής όπου δεν μεσολαβεί ο ηλεκτρισμός, το ηχείο, η τεχνολογία. Έχεις 60-70 ανθρώπους ορχήστρα, άλλος 70 χορωδία, 10 σολίστ, ένα πλήθος φωνών που πάλλονται και σου έρχονται ως ζωντανά κύματα χωρίς να μεσολαβεί τίποτα. Η κλασική μουσική και η όπερα έχουν ακόμα αυτή τη μοναδικότητα. Αυτό ως εμπειρία για το σώμα μας και όχι μόνο για την ψυχή είναι συναρπαστική. Γι’ αυτό και δεν θα πεθάνει ποτέ η όπερα.

Παράγει διαρκώς αλλά όχι με την δυναμική που είχε στην ακμή της. Ακριβώς επειδή πραγματεύεται θέματα που υπερβαίνουν την ανθρώπινη ύπαρξη και επειδή οι μεγάλοι συνθέτες και τα μεγάλα έργα που έχουν γίνει σημαίνει ότι είναι τόσο πολύ ισχυρά που θα είναι πάντα ένας πόλος έλξης για τους ανθρώπους που θέλουν να συγκινούνται με αυτόν τον τρόπο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν είναι θεμιτός ο τρόπος συγκίνησης από άλλη μορφή τέχνης ή από άλλη μορφή μουσικής ή ακόμα και στην όπερα.

«Αρρώστησα, έχασα τη φωνή μου και αποχώρησα»

Ποια είναι η σχέση σας με τις πιο μοντέρνες σκηνοθετικές προσεγγίσεις στο χώρο της όπερας;

Μπορεί να είναι συναρπαστική αλλά και τραυματική. Για παράδειγμα, πολλές φορές έρχονται σκηνοθέτες που δεν αγαπούν την όπερα. Έρχονται γιατί είναι κομμάτι της δουλειάς, του φαίνεσθαι και τη «χρησιμοποιούν» για να κάνουν τη δουλειά τους. Ή για να φανούν ή για να φανεί πως κάνουν κάτι το οποίο κανείς άλλος δεν έχει κάνει. Και μην αγαπώντας την όπερα και μην γνωρίζοντας τη μουσική, ο σκηνοθέτης έρχεται και επιλέγει μία συγκεκριμένη εικόνα – εικαστικό αποτύπωμα δικό του και λέει «αυτό είναι το έργο». Θεμιτό.

Αν όμως αυτό το εικαστικό αποτύπωμα πηγαίνει κόντρα στην μουσική όπως για παράδειγμα μου είχε πει σκηνοθέτης στη Γερμανία «μα εμένα δεν με ενδιαφέρει το έργο που κάνουμε, εγώ θέλω να το καταστρέψω».

Τι ακριβώς εννοούσε;

Να το καταστρέψει. Του λέω δεν είναι δυνατόν σε αυτό το σημείο που παίζουν τα βιολιά εγώ να έχω ένα μυδραλιοβόλο και να κάνω τον Σαντάμ Χουσεΐν γιατί αυτό ζητούσε στον Ιούλιο Καίσαρα του Handel. Η ένταση του μυδραλιοβόλου δεν έχει να κάνει με την εξουσία που εκφράζουν τα έγχορδα αλλά με μια αυτοκρατορική μεγαλοπρέπεια και όχι με μια βία μηχανική.

Να υποθέσω ότι αποχωρήσατε από την συγκεκριμένη παραγωγή;

Αφού μου είπε «αυτό το έργο εγώ το παίρνω για να το καταστρέψω», αποχώρησα αναγκαστικά γιατί μετά από δυο- τρεις ημέρες που προσπαθήσαμε να συνεννοηθούμε και κάναμε πρόβες, η πίεση ήταν τέτοια που αρρώστησα, έχασα τη φωνή μου και έτσι έφυγα.

Από την άλλη βέβαια υπάρχουν και εξαιρετικές σύγχρονες αναγνώσεις…

Όπως ο Βότσεκ του Ολιβιέ Πι που ήταν και απόλυτα σημερινή και πρωτοπόρα και ενδεχομένως αναπάντεχη και ανυπόφορη μερικές φορές γιατί το ζητούμενο ήταν αυτό αλλά εκεί έλεγες «πάμε να κάνουμε και άλλα» γιατί το αισθανόταν το σώμα. Αν κάτι δεν συνάδει με τη μουσική, το ίδιο το σώμα ενός τραγουδιστή, αντιδρά.

Η καριέρα στο εξωτερικό είναι μονόδρομος;

Ναι, αφού μιλάμε για μια μορφή τέχνης που έχει γεννηθεί και αναπτυχθεί στην Ευρώπη και γιατί από πλευράς Πολιτείας και κράτους έχει υποστηριχθεί, όποιος θέλει να ζήσει ως τραγουδιστής της όπερας και να έχει και περισσότερες εμπειρίες το εξωτερικό είναι μονόδρομος. Στην Ελλάδα, στην καλύτερη περίπτωση να καταφέρεις να εργαστείς στη Λυρική. Είναι όμως μία και δεν χωράνε όλοι που ακόμα και αυτό να συνέβαινε θα είχες πάρει το 1 τοις 100. Όταν όμως για παράδειγμα η Γερμανία έχει 80 θέατρα ή η Γαλλία 60 σου δίνονται περισσότερες δυνατότητες.

Τι μουσική ακούτε;

Ακούω λίγο γιατί όταν μελετάς και εργάζεσαι με τη μουσική πολλές ώρες όταν δεν εργάζεσαι ή δεν μελετάς, θες ησυχία. Στιγμές όμως που ησυχάζω μέσα στη μουσική θα έλεγα πιο πολύ Smooth jazz ή μια ελαφριά ποπ της δεκαετίας του 60 όπως Frank Sinatra ή Charles Aznavour. Θέλω η μουσική να γαληνεύει το αυτί.

Λεπτομέρεις για την παράσταση « Η Επιστροφή του Οδυσσέα στην Πατρίδα» ΕΔΩ