Ακολουθήστε μας στο Google news
Δεν ξέρω τι κάνουν οι άλλοι (δηλαδή οι πλησίον μου)
28 Απριλίου 2010Δεν ξέρω τι κάνουν οι άλλοι (δηλαδή οι πλησίον μου)
διότι αυτό το οι "άλλοι" έχει χρόνια τώρα πιά εκπέσει να σημαίνει "η κόλαση", δεν
ξέρω λοιπόν τι κάνουν οι πλησίον, αλλά η αφεντιά μου στα ζόρια, θυμάται...
Ίσως για να ξαναπατήσει στη γη και, σαν τον Ανταίο να νοιώσει τις ρίζες του, ίσως γιατί με τον καιρό οι αναμνήσεις γίνονται σαν τα όνειρα,
δεν ξέρεις ποια είναι αληθινή και ποια ήταν ευχή (ή κατάρα) - όπως και νάχει
επ' εσχάτοις θυμάμαι την εποχή πριν από την απαγόρευση του καπνίσματος.
Όταν φουμάραμε χωρίς άγχος ότι θα πάθουμε καρκίνο, και χωρίς ταυτοχρόνων να αποκτούν πάνω μας σιγά-σιγά δικαιώματα απαγόρευσης οι διπλανοί μας,
όχι μόνον ο νόμος δηλαδή, αλλά και οι πρόθυμοι νομιμόφρονες.
Θυμάμαι φερ' ειπείν που έως το 1976-77 καπνίζαμε μέσα στα σινεμά και τα λεωφορεία,
βρώμαγαν και τα δύο τσιγαρίλα, αλλά έτσι δεν βρώμαγαν ποδαρίλα, δεν ήταν και πολύ του άφρο-ντουζ τότε η Ελλάς,
μόλις που ανακάλυπτε τα αντιπιτυριδικά σαμπουάν
και ήταν τότε οι διαφημίσεις τους στη νεόκοπη τηλοψία, όπως είναι σήμερα οι διαφημίσεις των κινητών. Το ίδιο ηλίθιες και το ίδιο όμοιες
λες και η Ελλάδα όλα αυτά τα χρόνια ζούσε και περιστρέφονταν γύρω απ΄ τα σαμπουάν για την πυτιρίδα, τότε
και γύρω απ' τα κινητά, τώρα!
Τεράστιο άλμα προς την πρόοδο...
Βέβαια τώρα ξέρουμε ότι το κάπνισμα σκοτώνει. Τότε οι μεγαλύτεροι φούμαραν κάτι τσιγάρα χύμα, άφιλτρα, μία δραχμή δέκα, "στούκας" τα έλεγαν, σαν τα καθέτου εφορμήσεως γερμανικά βομβαρδιστικά, κι εκείνα σκότωναν, αλλά
φαίνεται οι Έλληνες, οι φτωχοί Έλληνες, έκαναν τότε ακόμα πλάκα στον θάνατο -κοινώς χάρο- και τον φούμαραν στον καπνό, στο τραγούδι, στον έρωτα, στη φάμπρικα.
Ήταν μία καθόλου πολιτικώς ορθή εποχή. Ίσως και νάταν ορθή σκέτη, ή έστω όρθια.
***
Σήμερα το άγχος ότι το τσιγάρο σκοτώνει μας σκοτώνει περισσότερο απ΄όσο μας σκοτώνει το ίδιο.
Αλλά ακόμα περισσότερο μας σκοτώνει η απαγόρευσή του. Τριάντα χρόνια απαγόρευση. Διαρκώς απαγόρευση. Διαρκώς ανανεούμενη απαγόρευση. Όλο και σε ανώτερο στάδιο απαγόρευση. Όλο και πιο παντού γύρω μας.
Απεξάρτηση απ΄ το τσιγάρο
κι εθισμός στην απαγόρευση.
Ώσπου η απαγόρευση να σου γίνει εξάρτηση. Για το τσιγάρο, για το πτύειν, το ομιλείν, το σκέπτεσθαι.
Υπερβολές! θα μου πείτε...
Βεβαίως!
Η συμβίωση ειδικώς σε αστικούς χώρους απαιτεί κάποιους κανόνες, κάποια ευπρέπεια, δεν είναι δέον
το ουρείν λες κι είσαι στα χωράφια, ή το πτύειν λες και είσαι στα δάση, ούτε το φουμάρειν - απαγορεύεται!
Θα μου πείτε (λίγοι έστω) ότι ουδέποτε άλλοτε έχουν δαπανηθεί τόσοι πόροι επί τόσο μακρόν όσο για την αντικαπνιστική εκστρατεία. Μυθώδη ποσά! Ούτε για τον καρκίνο, ούτε για τη φτώχεια, ούτε για τον πόλεμο έχουν δαπανηθεί τόσα, ούτε κατ' ελάχιστον!
Αντιθέτως!
Ούτε η φτώχεια, ούτε ο πόλεμος απαγορεύονται.
Όσο για τον καρκίνο. Εν πολλοίς μπορεί να φταίει η καταστρατήγηση της απαγόρευσης κατά του τσιγάρου...
Με έναν λόγο, τριάντα χρόνια τώρα, αυτό το "απαγορεύεται" φύεται γύρω μας παντού, όλο και πιο πολύ, όλο και πιο κανονιστικό, όλο και πιο αυταρχικό, όλο και πιο εθιστικό.
Όλο και πιο αγχωτικό.
Θα πρότεινα και μία απαγόρευση του άγχους, αλλά οι απαγορεύσεις είναι επιλεκτικές, τις διαλέγει η εξουσία, αυτή τις επιβάλλει.
Έτσι λοιπόν κι εγώ θυμάμαι.
Μια βραδυά στον "κάμπο" -έτσι λέγαμε τα χτήματα- όπως όλες οι βραδυές. Μαζεύονταν οι ξωμάχοι μετά τη δουλειά, φούμεραν στούκας, έπιναν ούζα, μίλαγαν λίγο, πείραζαν πολύ, γέλαγαν μονίμως, ενίοτε τραγουδούσαν και πάντοτε μεθούσαν.
Τους οδηγούσαμε κατόπιν, πιτσιρίκια εμείς, μαζί με τα σκυλιά τους, πίσω στο σπίτι "δαυλιά" τους παραδίναμε στις μανάδες μας, πάντα ανεπρόκοπους και αχαϊρευτους - κανείς του
δεν πέθανε από καρκίνο...
...και ο Ταρζάν ο σκύλος του Αγγελή έφυγε να πάει κάπου μόνος του να πεθάνει αλλού! στις άπλες του πτύειν τε και του ουρείν...
***
Θυμάμαι, φουμάρω
και κάνω απεξάρτηση απ' το "απαγορεύεται"
είναι αγχολυτικό...
Τα σέβη μας...
Δεν ξέρω τι κάνουν οι άλλοι (δηλαδή οι πλησίον μου)
διότι αυτό το οι "άλλοι" έχει χρόνια τώρα πιά εκπέσει να σημαίνει "η
κόλαση", δεν
ξέρω λοιπόν τι κάνουν οι πλησίον, αλλά η αφεντιά μου στα ζόρια,
θυμάται...
28 Απριλίου 2010Δεν ξέρω τι κάνουν οι άλλοι (δηλαδή οι πλησίον μου)διότι αυτό το οι "άλλοι" έχει χρόνια τώρα πιά εκπέσει να σημαίνει "η κόλαση", δεν
ξέρω λοιπόν τι κάνουν οι πλησίον, αλλά η αφεντιά μου στα ζόρια, θυμάται...
Ίσως για να ξαναπατήσει στη γη και, σαν τον Ανταίο να νοιώσει τις ρίζες του, ίσως γιατί με τον καιρό οι αναμνήσεις γίνονται σαν τα όνειρα,
δεν ξέρεις ποια είναι αληθινή και ποια ήταν ευχή (ή κατάρα) - όπως και νάχει
επ' εσχάτοις θυμάμαι την εποχή πριν από την απαγόρευση του καπνίσματος.
Όταν φουμάραμε χωρίς άγχος ότι θα πάθουμε καρκίνο, και χωρίς ταυτοχρόνων να αποκτούν πάνω μας σιγά-σιγά δικαιώματα απαγόρευσης οι διπλανοί μας,
όχι μόνον ο νόμος δηλαδή, αλλά και οι πρόθυμοι νομιμόφρονες.
Θυμάμαι φερ' ειπείν που έως το 1976-77 καπνίζαμε μέσα στα σινεμά και τα λεωφορεία,
βρώμαγαν και τα δύο τσιγαρίλα, αλλά έτσι δεν βρώμαγαν ποδαρίλα, δεν ήταν και πολύ του άφρο-ντουζ τότε η Ελλάς,
μόλις που ανακάλυπτε τα αντιπιτυριδικά σαμπουάν
και ήταν τότε οι διαφημίσεις τους στη νεόκοπη τηλοψία, όπως είναι σήμερα οι διαφημίσεις των κινητών. Το ίδιο ηλίθιες και το ίδιο όμοιες
λες και η Ελλάδα όλα αυτά τα χρόνια ζούσε και περιστρέφονταν γύρω απ΄ τα σαμπουάν για την πυτιρίδα, τότε
και γύρω απ' τα κινητά, τώρα!
Τεράστιο άλμα προς την πρόοδο...
Βέβαια τώρα ξέρουμε ότι το κάπνισμα σκοτώνει. Τότε οι μεγαλύτεροι φούμαραν κάτι τσιγάρα χύμα, άφιλτρα, μία δραχμή δέκα, "στούκας" τα έλεγαν, σαν τα καθέτου εφορμήσεως γερμανικά βομβαρδιστικά, κι εκείνα σκότωναν, αλλά
φαίνεται οι Έλληνες, οι φτωχοί Έλληνες, έκαναν τότε ακόμα πλάκα στον θάνατο -κοινώς χάρο- και τον φούμαραν στον καπνό, στο τραγούδι, στον έρωτα, στη φάμπρικα.
Ήταν μία καθόλου πολιτικώς ορθή εποχή. Ίσως και νάταν ορθή σκέτη, ή έστω όρθια.
***
Σήμερα το άγχος ότι το τσιγάρο σκοτώνει μας σκοτώνει περισσότερο απ΄όσο μας σκοτώνει το ίδιο.
Αλλά ακόμα περισσότερο μας σκοτώνει η απαγόρευσή του. Τριάντα χρόνια απαγόρευση. Διαρκώς απαγόρευση. Διαρκώς ανανεούμενη απαγόρευση. Όλο και σε ανώτερο στάδιο απαγόρευση. Όλο και πιο παντού γύρω μας.
Απεξάρτηση απ΄ το τσιγάρο
κι εθισμός στην απαγόρευση.
Ώσπου η απαγόρευση να σου γίνει εξάρτηση. Για το τσιγάρο, για το πτύειν, το ομιλείν, το σκέπτεσθαι.
Υπερβολές! θα μου πείτε...
Βεβαίως!
Η συμβίωση ειδικώς σε αστικούς χώρους απαιτεί κάποιους κανόνες, κάποια ευπρέπεια, δεν είναι δέον
το ουρείν λες κι είσαι στα χωράφια, ή το πτύειν λες και είσαι στα δάση, ούτε το φουμάρειν - απαγορεύεται!
Θα μου πείτε (λίγοι έστω) ότι ουδέποτε άλλοτε έχουν δαπανηθεί τόσοι πόροι επί τόσο μακρόν όσο για την αντικαπνιστική εκστρατεία. Μυθώδη ποσά! Ούτε για τον καρκίνο, ούτε για τη φτώχεια, ούτε για τον πόλεμο έχουν δαπανηθεί τόσα, ούτε κατ' ελάχιστον!
Αντιθέτως!
Ούτε η φτώχεια, ούτε ο πόλεμος απαγορεύονται.
Όσο για τον καρκίνο. Εν πολλοίς μπορεί να φταίει η καταστρατήγηση της απαγόρευσης κατά του τσιγάρου...
Με έναν λόγο, τριάντα χρόνια τώρα, αυτό το "απαγορεύεται" φύεται γύρω μας παντού, όλο και πιο πολύ, όλο και πιο κανονιστικό, όλο και πιο αυταρχικό, όλο και πιο εθιστικό.
Όλο και πιο αγχωτικό.
Θα πρότεινα και μία απαγόρευση του άγχους, αλλά οι απαγορεύσεις είναι επιλεκτικές, τις διαλέγει η εξουσία, αυτή τις επιβάλλει.
Έτσι λοιπόν κι εγώ θυμάμαι.
Μια βραδυά στον "κάμπο" -έτσι λέγαμε τα χτήματα- όπως όλες οι βραδυές. Μαζεύονταν οι ξωμάχοι μετά τη δουλειά, φούμεραν στούκας, έπιναν ούζα, μίλαγαν λίγο, πείραζαν πολύ, γέλαγαν μονίμως, ενίοτε τραγουδούσαν και πάντοτε μεθούσαν.
Τους οδηγούσαμε κατόπιν, πιτσιρίκια εμείς, μαζί με τα σκυλιά τους, πίσω στο σπίτι "δαυλιά" τους παραδίναμε στις μανάδες μας, πάντα ανεπρόκοπους και αχαϊρευτους - κανείς του
δεν πέθανε από καρκίνο...
...και ο Ταρζάν ο σκύλος του Αγγελή έφυγε να πάει κάπου μόνος του να πεθάνει αλλού! στις άπλες του πτύειν τε και του ουρείν...
***
Θυμάμαι, φουμάρω
και κάνω απεξάρτηση απ' το "απαγορεύεται"
είναι αγχολυτικό...
Τα σέβη μας...