Ακολουθήστε μας στο Google news

Δεν ξέρω πόσοι από εσάς (ανα)γνωρίζετε τον Παναγιώτη Λάλεζα. Ο εν λόγω είναι από τους πλέον αξιοθαύμαστους ερμηνευτές του παραδοσιακού τραγουδιού την τελευταία 10ετία αν και γνωστός σε ένα πλατύ κοινό έγινε από τη συμμετοχή του στους δίσκους της Εστουδιαντίνας.

Προσωπικά τον θαυμάζω για δίσκους απόλυτα hardcore παραδοσιακού όπως αυτός με τον Πετρο Λούκα Χαλκιά και την (απόλυτη ενζενύ του ρεπερτορίου αυτού) (Πανα)Γιώτα Γρίβα –με τα αλά Ιαπωνία κοτσιδάκια της να σπέρνουν και να θερίζουν σε διάφορα πανυγήρια/εορτάς και αρμόδια του είδους μαγαζιά.
Ο Λάλεζας (επιστρέφουμε μετά το σχετικά ερωτικό διάλειμμα μας) έχει όντως τη στόφα παλαιότερων τραγουδιστών όπως ο Αθανασίου και ο Γκίκας, και με χαρακτηριστική μάλιστα χροιά που αναγνωρίζεται ακόμα και αν αλυκτούν λύκοι πάνω στον Ελικώνα. Μετά τη θαυμάσια συμμετοχή του (ενσάρκωση του βαρύμαγκα που ψάχνει την τύχη του στο προπολεμικό Αμέρικα) μέσω της διασκευής της Αρετής Κετιμέ στο «Αερόπλανο» (ο τόνος είναι σωστός για όσους δε γνωρίζουν το άσμα) φέτος προχώρησε σε ένα πείραμα δύσκολο εκ της συμβάσεως. Με τη καθαρόαιμη στεριανή φωνή του και με ένα μάτσο από παίχτουρες ολκής έκανε μία θαυμάσια επιλογή από αυθεντικά νησιώτικα και εξέδωσε το δίσκο «Οι φίλοι όταν σμίξουνε» που το τραγικά γραφικό εξώφυλλο του τον αδικεί. Πρόκειται για ένα κωλοπετσωμένο δίσκο που προσπαθεί να στήσει ένα αντικειμενικό crossover ανάμεσα στην υπέρ της ευγονίας νησιώτικη απλάδα της ενορχήστρωσης και τη βαρύθυμη Στερεά Ελλάδα. Μακριά από κυνοτροφεία αρμέγματος της παραδοσιακής μουσικής και ταυτόχρονα με καμία επίφαση λογιότητας. Μόνο ατσιδέ παιξίματα και ανελαστικότητα απέναντι στην ευκολία του σύγχρονου studio. Εύγε κύριε Λάλεζα.
Στην Αγησιλάου η κινέζικη ανοικτή αγορά τροφίμων έκανε την εμφάνιση της δειλά δειλά μόλις πριν 3 χρόνια με μερικές δεσποινίδες/κυρίες να πωλούν έτοιμα της ώρας κινέζικα ορεκτικά σε κλειστά διάφανα πλαστικά. Συζητάγαμε με τα παιδιά του Sonik (όταν εκείνη την εποχή κούρνιαζε λίγο πιο πάνω, στην Κολωνού) να δοκιμάσουμε ένεκα απόλυτης πενίας της περιοχής σε επίπεδο ταχυφαγείων (μόνο κάτω θνησιγενή γατοσφαγεία είχαμε διακρίνει) αλλά όλοι ομολογούσαμε με ένα χαμόγελο συνειδητής ενοχής μία σχεδόν αποικιοκρατική λογική απέναντι στο άγνωστο. Το σημείο έχει θεριέψει και καθημερινώς υπάρχουν πια λαχανικά, (πάντα) τα τηγανιτά σε μπολάκια και (ω του θαύματος!) θαλασσινά.
Πήγα εντυπωσιασμένος εγώ ο ίδιος τον υιό μου μια μέρα για να περιεργαστεί τα τεράστια καβούρια που αναπαύονταν μέσα σε μία πλαστική κασέλα. Και (ω του δευτέρου θαύματος!) ήταν ολοζώντανα και με δαγκάνες απειλητικές ακόμα και για τα δικά μου δάχτυλα. Η κυρία με ένα chigreeglish (τρεις εθνότητες σε μία δηλαδή) μας πληροφόρησε ότι τα προμηθεύονται οι πωλητές (διότι είναι και άλλοι) από την Κίνα. Σκεφτείτε απλά μέσω αυτού (του έτσι κι αλλιώς ωραίου σημείου της καθημερινότητας μου - μιας και περνάω καθημερινώς από εκεί-) την απροσμέτρητη καθημερινή εισαγωγή από τη χώρα της πάλαι ποτέ πολιτιστικής επανάστασης.

Τη (μουσική) συνάντηση του (αειθαλούς ηθικής ) Μανώλη Μητσιά με το Γιάννη Βακαρέλη στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (Τρίτη 5/10) & στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης (Τετάρτη 6/10) δεν την κρίνω ως ανεπιτυχή σκέψη. Αναγκάζομαι όμως να στραβώσω το στόμα από περίσκεψη όταν διαβάζω ότι ανάμεσα στα άλλα θα εκτελεσθεί και το Nothing Else Matters των Μετάλλικα. Από τη μία θυμάμαι εκείνο το πείραμα του Σαββόπουλου (ολόκληρος δίσκος μάλιστα) που έκανε πολλούς να ξύνουν το τριχωτό (ή το καραφλό) της κεφαλής τους και από την άλλη δε γίνεται να μη θαυμάσεις την απόλυτη επιτυχία αυτού του συγκροτήματος. Πέρα από την ανεπανάληπτη ωμότητα των συνθέσεων τους αλλά και των ζωντανών εμφανίσεων τους έχουν αφήσει τέτοια ανεξίτηλη σφραγίδα στα μουσικά δρώμενα της εποχής μας, που ένας κατεξοχήν λαϊκός και θαυμάσιος ερμηνευτής αποφασίζει να παρατάξει το λαρύγγι του πάνω στο κλαβιέ ενός πιανίστα μέσα σε κώδικες εμφανίσεων με πολύ επίφαση (από μεριάς των θεατών) προσπαθώντας να εξάγουν μια πειστική ερμηνεία του εμβληματικής αυτής σύνθεσης. Από τετοια ρηξικέλευθα μουσικά γεγονότα καταγράφεται η επιδραστικότητα μίας μπάντας, ενός μουσικού, ενός ηχητικού δόγματος.
Το «Σογκούν» με τον «θα τις κάνω να κλαίνε ειδικότερα τώρα που φορώ ένα εξαίσιο ιαπωνικό ένδυμα» Ρίτσαρντ Τσάμπερλεν έδειξε (έστω εξ απαλών ονύχων) μέσα στην σημειολογική αδεξιότητα των 80s ότι τα πράγματα για τους δυτικούς μόνο εύκολα δεν ήταν στην Ιαπωνία, όποια και αν ήταν η ιδιότητα τους. Πόσο μάλιστα όταν άρχισαν να πληθαίνουν οι προσπάθειες των διαφόρων χριστιανικών δογμάτων να διδάξουν αυτά που πίστευαν, νομίζοντας αφελώς ότι είχαν να κάνουν με σκυβομέσουλες Ινδοϊστές ή αποχαυνωμένους από την ξηρασία Αφρικανούς. Το ισχυρότατο σε κοινωνικούς θεσμούς κράτος της Ιαπωνίας αντιμετώπισε ως παράσιτα και κατακρεούργησε πολλούς ιεραπόστολους, θεωρώντας ανοικτά τη χριστιανική πίστη ως απόλυτα βαρβαρική.

Γι αυτό και πορείες όπως αυτή του Ivan Kasatkin που κατάφερε από την ημέρα απόβασης του στο χώμα αλλά και στους κοινωνικούς επίκυκλους της ιαπωνικής κουλτούρας το 1881, προκαλούν θαυμασμό με την επιμονή τους. Απεσταλμένος της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, έμαθε σε λιγότερο από 7 χρόνια τη γλώσσα αλλά και την ιστορία της νήσου άψογα. Η δε αριστοτεχνική στάση του (κατανοώντας τη βαθύτερη λογική των Ιαπώνων περί σταθερότητας, ευθύτητας και καθήκοντος) να σταθεί κατά τη διάρκεια του Ρωσο-Ιαπωνικούπολέμου(1905) πλάι στο δημιουργηθέν ποίμνιο του και όχι να διαφύγει στην τσαρική Μητέρα, του εξασφάλισε τον απόλυτο σεβασμό. Μέχρι και το θάνατο του, συνέχισε ανενόχλητος από την ιαπωνική κυβέρνηση το έργο της διδασκαλίας του. Η Ρωσική Εκκλησία μάλιστα τον ανακήρυξε ισότιμο με τους Αποστόλους και τον ονόμασε Άγιο Νικόλαο της Ιαπωνίας (είχε ως είθισται αφήσει χρόνια πριν πίσω του το κοσμικό του όνομα). Το γνώρισμα της επιμονής με στόχους που δε σχετίζονται με θώκους, θηκάρια και καταθέσεις λείπει αδυσώπητα από τις μέρες μας. Πέρα από το απροσδόκητο του ονόματος (στα όρια του cultίσσιμο) λοιπόν είναι ο δεύτερος λόγος που με έκανε να ασχοληθώ με το συναξάρι του εν λόγω ιερωμένου. Τι ιαπωνικό θηρίο, το ενδελεχές που έχουν διαφυλάξει κάποιοι (έστω και ελάχιστοι) ιερείς, το εξωτίκ της ονομασίας είναι ένα αλάνθαστο μίγμα που προσελκύει ειδικά όταν γνωρίζεις ότι με όλες τις στοιβάδες λεπρολογίας και αλάνθαστου επιχειρηματείν εκ μέρους της (κάθε Εκκλησίας και θεσμοθετημένης θρησκείας) ακόμα και στις μέρες μας υπάρχουν μαυροφορεμένοι λεβεντόγεροι (βλέπε Ρουάντα για παράδειγμα) που έχουν ως καθήκον τους τη φροντίδα των αδύναμων και απλά ανέχονται τη δυσωδία της Κεφαλής.
Τί σχέση μπορεί να έχουν..ο Λάλεζας, ένας αξιοθαύμαστος ερμηνευτής του παραδοσιακού τραγουδιού, η κινέζικη αγορά τροφίμων στην Αγησιλάου, το Nothing Else Matters των Μετάλλικα δια στόματος Μανώλη Μητσιά και ο άγιος των Ιαπώνων Ivan Kasatkin;
29 Σεπτεμβρίου 2010
Δεν ξέρω πόσοι από εσάς (ανα)γνωρίζετε τον Παναγιώτη Λάλεζα. Ο εν λόγω είναι από τους πλέον αξιοθαύμαστους ερμηνευτές του παραδοσιακού τραγουδιού την τελευταία 10ετία αν και γνωστός σε ένα πλατύ κοινό έγινε από τη συμμετοχή του στους δίσκους της Εστουδιαντίνας.

Προσωπικά τον θαυμάζω για δίσκους απόλυτα hardcore παραδοσιακού όπως αυτός με τον Πετρο Λούκα Χαλκιά και την (απόλυτη ενζενύ του ρεπερτορίου αυτού) (Πανα)Γιώτα Γρίβα –με τα αλά Ιαπωνία κοτσιδάκια της να σπέρνουν και να θερίζουν σε διάφορα πανυγήρια/εορτάς και αρμόδια του είδους μαγαζιά.
Ο Λάλεζας (επιστρέφουμε μετά το σχετικά ερωτικό διάλειμμα μας) έχει όντως τη στόφα παλαιότερων τραγουδιστών όπως ο Αθανασίου και ο Γκίκας, και με χαρακτηριστική μάλιστα χροιά που αναγνωρίζεται ακόμα και αν αλυκτούν λύκοι πάνω στον Ελικώνα. Μετά τη θαυμάσια συμμετοχή του (ενσάρκωση του βαρύμαγκα που ψάχνει την τύχη του στο προπολεμικό Αμέρικα) μέσω της διασκευής της Αρετής Κετιμέ στο «Αερόπλανο» (ο τόνος είναι σωστός για όσους δε γνωρίζουν το άσμα) φέτος προχώρησε σε ένα πείραμα δύσκολο εκ της συμβάσεως. Με τη καθαρόαιμη στεριανή φωνή του και με ένα μάτσο από παίχτουρες ολκής έκανε μία θαυμάσια επιλογή από αυθεντικά νησιώτικα και εξέδωσε το δίσκο «Οι φίλοι όταν σμίξουνε» που το τραγικά γραφικό εξώφυλλο του τον αδικεί. Πρόκειται για ένα κωλοπετσωμένο δίσκο που προσπαθεί να στήσει ένα αντικειμενικό crossover ανάμεσα στην υπέρ της ευγονίας νησιώτικη απλάδα της ενορχήστρωσης και τη βαρύθυμη Στερεά Ελλάδα. Μακριά από κυνοτροφεία αρμέγματος της παραδοσιακής μουσικής και ταυτόχρονα με καμία επίφαση λογιότητας. Μόνο ατσιδέ παιξίματα και ανελαστικότητα απέναντι στην ευκολία του σύγχρονου studio. Εύγε κύριε Λάλεζα.
______________________
Στην Αγησιλάου η κινέζικη ανοικτή αγορά τροφίμων έκανε την εμφάνιση της δειλά δειλά μόλις πριν 3 χρόνια με μερικές δεσποινίδες/κυρίες να πωλούν έτοιμα της ώρας κινέζικα ορεκτικά σε κλειστά διάφανα πλαστικά. Συζητάγαμε με τα παιδιά του Sonik (όταν εκείνη την εποχή κούρνιαζε λίγο πιο πάνω, στην Κολωνού) να δοκιμάσουμε ένεκα απόλυτης πενίας της περιοχής σε επίπεδο ταχυφαγείων (μόνο κάτω θνησιγενή γατοσφαγεία είχαμε διακρίνει) αλλά όλοι ομολογούσαμε με ένα χαμόγελο συνειδητής ενοχής μία σχεδόν αποικιοκρατική λογική απέναντι στο άγνωστο. Το σημείο έχει θεριέψει και καθημερινώς υπάρχουν πια λαχανικά, (πάντα) τα τηγανιτά σε μπολάκια και (ω του θαύματος!) θαλασσινά.

_______________________

Τη (μουσική) συνάντηση του (αειθαλούς ηθικής ) Μανώλη Μητσιά με το Γιάννη Βακαρέλη στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (Τρίτη 5/10) & στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης (Τετάρτη 6/10) δεν την κρίνω ως ανεπιτυχή σκέψη. Αναγκάζομαι όμως να στραβώσω το στόμα από περίσκεψη όταν διαβάζω ότι ανάμεσα στα άλλα θα εκτελεσθεί και το Nothing Else Matters των Μετάλλικα. Από τη μία θυμάμαι εκείνο το πείραμα του Σαββόπουλου (ολόκληρος δίσκος μάλιστα) που έκανε πολλούς να ξύνουν το τριχωτό (ή το καραφλό) της κεφαλής τους και από την άλλη δε γίνεται να μη θαυμάσεις την απόλυτη επιτυχία αυτού του συγκροτήματος. Πέρα από την ανεπανάληπτη ωμότητα των συνθέσεων τους αλλά και των ζωντανών εμφανίσεων τους έχουν αφήσει τέτοια ανεξίτηλη σφραγίδα στα μουσικά δρώμενα της εποχής μας, που ένας κατεξοχήν λαϊκός και θαυμάσιος ερμηνευτής αποφασίζει να παρατάξει το λαρύγγι του πάνω στο κλαβιέ ενός πιανίστα μέσα σε κώδικες εμφανίσεων με πολύ επίφαση (από μεριάς των θεατών) προσπαθώντας να εξάγουν μια πειστική ερμηνεία του εμβληματικής αυτής σύνθεσης. Από τετοια ρηξικέλευθα μουσικά γεγονότα καταγράφεται η επιδραστικότητα μίας μπάντας, ενός μουσικού, ενός ηχητικού δόγματος.
_____________________________
Το «Σογκούν» με τον «θα τις κάνω να κλαίνε ειδικότερα τώρα που φορώ ένα εξαίσιο ιαπωνικό ένδυμα» Ρίτσαρντ Τσάμπερλεν έδειξε (έστω εξ απαλών ονύχων) μέσα στην σημειολογική αδεξιότητα των 80s ότι τα πράγματα για τους δυτικούς μόνο εύκολα δεν ήταν στην Ιαπωνία, όποια και αν ήταν η ιδιότητα τους. Πόσο μάλιστα όταν άρχισαν να πληθαίνουν οι προσπάθειες των διαφόρων χριστιανικών δογμάτων να διδάξουν αυτά που πίστευαν, νομίζοντας αφελώς ότι είχαν να κάνουν με σκυβομέσουλες Ινδοϊστές ή αποχαυνωμένους από την ξηρασία Αφρικανούς. Το ισχυρότατο σε κοινωνικούς θεσμούς κράτος της Ιαπωνίας αντιμετώπισε ως παράσιτα και κατακρεούργησε πολλούς ιεραπόστολους, θεωρώντας ανοικτά τη χριστιανική πίστη ως απόλυτα βαρβαρική.

Γι αυτό και πορείες όπως αυτή του Ivan Kasatkin που κατάφερε από την ημέρα απόβασης του στο χώμα αλλά και στους κοινωνικούς επίκυκλους της ιαπωνικής κουλτούρας το 1881, προκαλούν θαυμασμό με την επιμονή τους. Απεσταλμένος της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, έμαθε σε λιγότερο από 7 χρόνια τη γλώσσα αλλά και την ιστορία της νήσου άψογα. Η δε αριστοτεχνική στάση του (κατανοώντας τη βαθύτερη λογική των Ιαπώνων περί σταθερότητας, ευθύτητας και καθήκοντος) να σταθεί κατά τη διάρκεια του Ρωσο-Ιαπωνικούπολέμου(1905) πλάι στο δημιουργηθέν ποίμνιο του και όχι να διαφύγει στην τσαρική Μητέρα, του εξασφάλισε τον απόλυτο σεβασμό. Μέχρι και το θάνατο του, συνέχισε ανενόχλητος από την ιαπωνική κυβέρνηση το έργο της διδασκαλίας του. Η Ρωσική Εκκλησία μάλιστα τον ανακήρυξε ισότιμο με τους Αποστόλους και τον ονόμασε Άγιο Νικόλαο της Ιαπωνίας (είχε ως είθισται αφήσει χρόνια πριν πίσω του το κοσμικό του όνομα). Το γνώρισμα της επιμονής με στόχους που δε σχετίζονται με θώκους, θηκάρια και καταθέσεις λείπει αδυσώπητα από τις μέρες μας. Πέρα από το απροσδόκητο του ονόματος (στα όρια του cultίσσιμο) λοιπόν είναι ο δεύτερος λόγος που με έκανε να ασχοληθώ με το συναξάρι του εν λόγω ιερωμένου. Τι ιαπωνικό θηρίο, το ενδελεχές που έχουν διαφυλάξει κάποιοι (έστω και ελάχιστοι) ιερείς, το εξωτίκ της ονομασίας είναι ένα αλάνθαστο μίγμα που προσελκύει ειδικά όταν γνωρίζεις ότι με όλες τις στοιβάδες λεπρολογίας και αλάνθαστου επιχειρηματείν εκ μέρους της (κάθε Εκκλησίας και θεσμοθετημένης θρησκείας) ακόμα και στις μέρες μας υπάρχουν μαυροφορεμένοι λεβεντόγεροι (βλέπε Ρουάντα για παράδειγμα) που έχουν ως καθήκον τους τη φροντίδα των αδύναμων και απλά ανέχονται τη δυσωδία της Κεφαλής.