Ο Πάνος Χρυσοστόμου του Δεύτερου Προγράμματος μιλάει στο e-tetRadio, «πού είναι τα νέα παιδιά στο ραδιόφωνο;»

Ο Πάνος Χρυσοστόμου του Δεύτερου Προγράμματος μιλάει στο e-tetRadio, «πού είναι τα νέα παιδιά στο ραδιόφωνο;»
Ακολουθήστε μας στο Google news

«Όλοι όσοι κάνουμε ραδιόφωνο είμαστε κάποιας ηλικίας».

29 Οκτωβρίου 2025

 

Συνέντευξη στον Ηλία Σελιμά

Ο Πάνος Χρυσοστόμου μας ταξιδεύει Δευτέρα με Παρασκευή από τις 15.00 – 16.00 από το Δεύτερο Πρόγραμμα της ΕΡΤ (103.7) με το «ροκ» όχι μόνο ως μουσική φόρμα, αλλά περισσότερο ως στάση ζωής. Εδώ και χρόνια μας κρατάει συντροφιά με ιστορίες, ήχους και αγαπημένες μουσικές που δεν ακούς εύκολα αλλού.
Ενας ραδιοφωνικός παραγωγός· με άποψη είναι και ικανότητα να «μιλάει» σε εμάς, κάθε φορά που ανοίγει το μικρόφωνο.
Σήμερα, λοιπόν, αφήνουμε για λίγο τη μουσική στην άκρη (ή ίσως και όχι τελείως…) και πιάνουμε κουβέντα μαζί του για το ραδιόφωνο, τις εμπνεύσεις του, τις ροκ διαδρομές του και όλα όσα κρύβονται πίσω από τις «Ροκ Συναναστροφές» που αγαπάμε.


-Πώς ξεκίνησε το ταξίδι στο ραδιοφωνικό μονοπάτι;

Η αλήθεια είναι πως το ταξίδι ξεκίνησε πολύ νωρίς. Από μικρό παιδί έχω την ανάμνηση του πατέρα μου που ήταν ραδιοπειρατής. Υπάρχει το εξής περιστατικό που λες Ηλία. Αρχές της δεκαετίας του 1970, πιτσιρικάδες, οι δάσκαλοι μας πήγαιναν στα σπίτια μας με τα αυτοκίνητά τους γιατί ήταν οι ταραχώδεις μέρες του Πολυτεχνείου. Γύρισα στο σπίτι λοιπόν, πιτσιρικάς 7 χρονών, και αντί να δω τον πατέρα μου να δουλεύει, που ήταν τραπεζικός υπάλληλος, έκανε αναμετάδοση στο σταθμό του Πολυτεχνείου. Όπως και άλλοι ραδιοπειρατές τότε. Αυτό βέβαια γίνανε για πολύ λίγο γιατί τους κυνηγούσαν και όλα αυτά, αλλά το μικρόβιο είχε ήδη μπει μέσα μου.
Νομίζω τότε ήταν που μπήκε πρώτη φορά. Μετά βέβαια ως πολύ φανατικός των εκπομπών του Γιώργου Παπαστεφάνου και κυρίως βέβαια του Γιάννη Πετρίδη. Και οι δύο αργότερα, ειδικά ο δεύτερος, ο Γιάννης Πετρίδης, με τον οποίο συνεργαστήκαμε, με τίμησαν και με τιμούν με την φιλία τους. Τους ευχαριστώ και πάντα θα τους ευχαριστώ που μου άνοιξαν αυτόν τον δρόμο του ραδιοφώνου.

-Πώς η αγάπη για το ραδιόφωνο κατέληξε σε εκπομπές, σε πιο επαγγελματική κατάσταση;

Κοίταξε, οι πρώτες εκπομπές ήταν σε διάφορους πειρατικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς, δεν παρέκκλινα κι εγώ από αυτό τον κανόνα. Δοκίμασα βέβαια να μπω στην ΕΡΤ στη διάρκεια της δεκαετίας του 80. Οι πόρτες ήταν ερμητικά κλειστές. Κατά τη διάρκεια της έκρηξης της ιδιωτικής δημοτικής ραδιοφωνίας, εγώ δεν ήμουν εκεί γιατί υπηρετούσα την θητεία μου στο στρατό.
Αμέσως όμως μόλις απολύθηκα με ένα πολύ καλό φίλο τον Σάκη Σιτωμενέα, ξεκινήσαμε την πρώτη θα έλεγα επαγγελματική, παύλα αμειβόμενη σχέση μας με το ραδιόφωνο παράλληλα με όλα τα υπόλοιπα που κάναμε. Οι πρώτες εκπομπές έγιναν με μουσικές επιμέλειες στον πάλαι ποτέ Δημοτικό Ραδιοσταθμό «Ράδιο 5», ενώ εγώ παράλληλα έκανα μουσικές επιμέλειες και στο «Ράδιο Αττική», μετά ήρθε το Ραδιοκύκλος όπου ήταν η πρώτη φορά που είχα καθήκοντα διοικητικά στο ραδιόφωνο. Από τότε πάρα πολλές συνεργασίες με την έλευσή μου πια στην ελληνική ραδιοφωνία, και ουσιαστικά στα μέσα της δεκαετίας του 1990 και από τότε μέχρι σήμερα, πόσα χρόνια είναι τόσα, είμαι εδώ.

-Πόσο εύκολο είναι κάποιος στο υπάρχον ραδιοφωνικό τοπίο να πάρει εκπομπή;

Όχι, σήμερα δεν είναι εύκολο. Σήμερα ίσως είναι το ίδιο δύσκολο όπως ήταν τότε, μπορώ να σου πω και περισσότερο δύσκολο, γιατί αν μιλάμε για ραδιόφωνα τα οποία έχουν επαγγελματικές προδιαγραφές είναι πιο δύσκολο από ότι ήταν τότε. Γιατί σήμερα ισχύει αυτό που ισχύει λίγο πολύ και με τη μουσική. Δηλαδή η μουσική προχωρούσε με βάση τις δισκογραφικές εταιρίες και το κυρίαρχο ρεύμα που λέω εγώ, τις mainstream δισκογραφικές εταιρίες, μιλάω για τις προηγούμενες δεκαετίες και κάποιες ανεξάρτητες. Σήμερα αυτή η μουσική πανσπερμία που υπάρχει κινείται από παντού σε όλα τα επίπεδα… Βλέπε ας πούμε διαδίκτυο. Το θέμα βέβαια είναι πόσα από αυτά είναι αμειβόμενα και πόσα μπορούν να ξεχωρίσουν σε σχέση επαναλαμβάνω με τον πακτωλό που υπάρχει. Δηλαδή, το να κάνει κάποιος μία ραδιοφωνική εκπομπή σήμερα και μέσα από τα web radio που υπάρχουν, ή ακόμα ακόμα από το δικό του web radio, αλλά και μέσα από διάφορες προσπάθειες ανθρώπων που αγαπούν το ραδιόφωνο, είναι εύκολο να γίνει αυτό. Μπορεί κανείς να κάνει ραδιόφωνο ό,τι ώρα θέλει. Το ερώτημα είναι το εξής: μπορεί να επιβιώσει μέσα από αυτή την ιστορία μια τέτοια προσπάθεια; Η απάντηση είναι όχι. Μπορεί να ζήσει με κάποιες minimum επαγγελματικές προδιαγραφές μέσα από το μέσο που λέγεται ραδιόφωνο; Η απάντηση είναι πάλι όχι. Και υπάρχει και μία άλλη ερώτηση εδώ, που η απάντηση μάλλον είναι στο όριο μιας ευρύτερης συζήτησης. Και αν μπορέσει να ζήσει από τα χρήματα αυτά, ή από τα όσα του δώσει αυτή η minimum επαγγελματική σχέση εργασίας που θα έχει για το ραδιόφωνο. Τι θυσίες θα χρειαστεί να κάνει για αυτό;
Και όταν λέω τι θυσίες, ενώ θα ξεκινάει τη βδομάδα και θα λέει «γεια σας, είναι Δευτέρα και θέλουμε τόσες μέρες μέχρι το Σαββατοκύριακο»; Θα κοιτάει έξω και θα λέει έξω βρέχει; Λες και ο ακροατής είναι χαζός, δεν ξέρει ότι έξω βρέχει ας πούμε. Και παράλληλα θα παίζει αυτά τα 50-100 τραγούδια στις λίστες και θα λέει ότι είναι όλα υπέροχα, όλα ωραία, όλα τέλεια. Θα παίζουν τα τραγουδάκια όπως τα χαρακτηρίζουν και έξω η κοινωνία θα καίγεται; Τι θυσίες θα πρέπει να κάνει για να παίρνει αυτό το κομμάτι ψωμί, για ένα κομμάτι ψωμί που έλεγε ο Κατσιμίχας, δεν φτάνει μόνο δουλειά.

-Ακούμε ραδιοφωνικούς παραγωγούς ή ραδιοφωνικούς παρουσιαστές; Και ποια είναι η διαφορά αυτών των δύο όρων. Πόσο συμβάλλει στην ομαλότητα του ραδιοφώνου αυτό το πράγμα;

Πριν από όλα βέβαια, Ηλία, πρέπει να ρωτήσουμε ποιο είναι το κοινό. Τα μεγέθη υπάρχουν, οι μετρήσεις τα δείχνουν πια όλα αυτά ξεκάθαρα, άρα ποιο είναι το κοινό που σήμερα παρακολουθεί το ραδιόφωνο; Και είναι βέβαιο πως το κοινό δεν είναι το κοινό που ήταν στη δεκαετία του 70,στη δεκαετία του 50, του 60, ή για να ακριβολογώ πριν την έλευση και την ολοκληρωτική κυριαρχία της οθόνης, της τηλεόρασης αρχικά και του διαδικτύου εν συνεχεία. Όμως αυτοί που ακούνε, ακούνε. Και αυτοί που είναι με το ραδιόφωνο, είναι με το ραδιόφωνο. Αυτό στην πράξη μας δείχνει πως το ραδιόφωνο έχει μετακινηθεί απ' τον αρχικό του προορισμό, απ' την αρχική του, αν θέλεις, παιδαγωγική και όχι μόνο, και ψυχαγωγική υπό την έννοια της αγωγής ψυχής διάθεση. Αυτό έχει να κάνει πάντα με την κοινωνία. Αυτό έχει να κάνει πάντα με την σφοδρή διαφοροποίηση που γνώρισε και η ελληνική κοινωνία μέσα στα χρόνια. Όταν, ας πούμε, δεν χρειάζεται τίποτα ιδιαίτερο σήμερα για να κάνει κανείς ραδιόφωνο παρά να είναι αναγνωρίσιμος τηλεοπτικός σταρ, να το πω έτσι, αυτό είναι ένα πρόβλημα. Υπάρχουν ραδιοφωνικοί σταθμοί που διαφημίζουν εκπομπές ανθρώπων, κατά τα άλλα πολύ σπουδαίων στο είδος τους ως παρουσιαστές, ως κάτι άλλο, αλλά όχι ως «ραδιοφωνατζίδες», και βάλτο εντός εισαγωγικών αυτό σαν λέξη για να καταλαβαινόμαστε.
Ζούμε μία μεταγραφικού τύπου ψευδοάνθηση του ραδιοφώνου. Δηλαδή υπάρχουν αυτή τη στιγμή, όπως ξέρεις πολύ καλά, όμιλοι επιχειρηματικοί, οι οποίοι έχουν και τηλεοράσεις, έχουν και ραδιόφωνα, έχουν και έντυπα, και site, κλπ. Όταν λοιπόν έχουν μία σύμβαση με έναν πολύ αξιόλογο, κατά τα άλλα παρουσιαστή, στο είδος του, και του λένε «έλα ‘δω ρε εσύ έχω και ένα ραδιόφωνο… έλα να κάνεις μία πρωινή εκπομπή, επειδή είσαι αναγνωρίσιμος και επειδή ξέρω εγώ το κοινό θα αρέσκεται να σε ακούει κιόλας εκτός απ' το να σε βλέπει», αυτομάτως έχουμε αλλοιώσει το ρόλο του ραδιοφωνικού παραγωγού.
Αυτό δεν είναι ραδιοφωνικός παραγωγός, είναι ραδιοφωνικός παρουσιαστής, αλλά και το άλλο φοβάμαι είναι ραδιοφωνικός παρουσιαστής. Τι εννοώ; Αυτή τη στιγμή στα λεγόμενα μουσικά ραδιόφωνα, όπως ξέρεις πολύ καλά, έχουμε πάρα πολλοί αξιόλογους συναδέλφους μας, και το λέω πια έχοντας γνώση ας πούμε των συνεπειών του νόμου, που ξέρουν τη μουσική και ξέρουν και ρεπερτόριο και ξέρουν και ραδιόφωνο και είναι αναγκασμένοι να εμπίπτουν σε αυτό που λέγαμε νωρίτερα. Στο τι θυσία πρέπει κανείς να κάνει για να μπορεί να έχει ένα οικονομικό ορίζοντα, ένα επαγγελματικό ορίζοντα μέσα σε αυτό το χώρο. Δεν αμφιβάλλει κανείς ότι σε αυτούς τους σταθμούς που παίζουν playlist αυτά τα ίδια που πολλές φορές γυρίζει σε δύο διαφορετικούς σταθμούς και ακούς την ίδια ώρα το ίδιο τραγούδι. μπορεί και σε τρίτο σταθμό... δεν είμαι τόσο γρήγορος. Αλλά ξέρω πολύ καλά πως σε αυτούς που λέμε μουσικούς ακούγονται και ίδια τραγούδια. Δεν μπορούμε όμως να μην επισημάνουμε ότι και σε αυτούς τους σταθμούς υπάρχουν πολλοί αξιόλογοι συνάδελφοι. Και από πλευράς γνώσης και από πλευράς εμπειρίας και από πλευράς να ορίζονται στο σήμερα και στο αύριο. Εδώ λοιπόν, αν ορίσουμε το τι ακριβώς είναι ή θα έπρεπε να είναι ένας ραδιοφωνικός παραγωγός, είναι αυτός ο οποίος γνωρίζει το αντικείμενό του. Δεν κάθεται σε μια καρέκλα και του φέρνουν μια λίστα με 30 τραγούδια και του λένε διάλεξε μέσα από αυτά, θα παίξεις τα 28 και βάλε και δύο από την άλλη λίστα, και ενδιάμεσα πες πέντε σχόλια όπως είπα πριν για τον καιρό ή ξέρω εγώ για τι έγινε σήμερα.
Η ΕΛΣΤΑΤ ανακοίνωσε ας πούμε ότι τα σκυλάκια ηλικίας κάτω των έξι μηνών είναι πάρα πολύ δημοφιλή στην ελληνική κοινωνία. Ξεκινάτε λοιπόν όλοι τώρα να λέτε αυτό και σε δύο ώρες να ξανακούσουμε γι' αυτό και σε τέσσερις ώρες να ακούσουμε πάλι την ίδια είδηση και πάει λέγοντας. Και αυτόν το κάνουν όλα τα ανάλογου τύπου ραδιόφωνα. Και εδώ βάζω μια τελεία. Δεν λέω πως τα ραδιόφωνα της Ε.Ρ.Τ. είναι τα τέλεια και όλοι οι άλλοι είναι οι μη καλοί ας πούμε. Αλλά μιας και ξεκίνησε η συζήτηση και ξεκινήσαμε να βουτάμε στα βαθιά, άρχισα έτσι.

-Πώς καταλήξαμε στο να παίζει ο εκάστοτε ραδιοφωνικός σταθμός αυστηρά playlist ενώ πρώτα λέγαμε ή τουλάχιστον εγώ έχω σαν μότο το ακούω, μου αρέσει, προτείνω στον ακροατή;

Κοίταξε αυτό έχει να κάνει και με την εποχή, έχει να κάνει και με την ευκολία της εποχής πάρα πολύ. Μην ξεχνάς πως αυτή η γενιά που βρέθηκε στα πράγματα ξαφνικά έπρεπε κάπου να στηριχτεί.
Δεν υπήρχαν εδώ ποτέ σχολές, να το πω έτσι, θεσμοθετημένες για αυτό το συγκεκριμένο πράγμα. Ακόμα και το τμήμα ΜΜΕ μπήκε πάρα πολύ αργότερα ενώ ήδη είχαν ξεκινήσει οι ραδιοφωνικοί και τηλεοπτικοί σταθμοί. Αυτό λοιπόν έχει να κάνει με μια βίαιη προσαρμογή σε μία αγορά που πρώτα δημιουργήθηκε, ή φαινόταν να δημιουργείται, και εν συνεχεία σε ανθρώπους που θα καλύψουν αυτή την αγορά. Θυμίζω, είναι μακαρίτης πια και μπορούμε να πούμε ίσως, όχι πως δεν θα υπερασπιζόταν τον εαυτό του με μία παρέμβαση ο Γιώργος Τράγκας, αλλά φτάσαμε στο επίπεδο να έχει σχολή δημοσιογραφίας ο Γιώργος Τράγκας, να διδάσκουν σε άλλες σχολές δημοσιογραφίας για να μην πούμε μόνο για τα μουσικά ραδιόφωνα, διάφοροι άλλοι συνάδελφοι, ας πούμε, οι οποίοι το μοντέλο το δικό τους δούλεψαν ώστε να υπάρξει μία αναπαραγωγή σε άλλα παιδιά που έρχονταν κτλ. Και τώρα, από το 87 που ξεκίνησε αυτό, 89-90 που έγινε πιο δυνατό και με την τηλεόραση, έχουμε πια γενιές που έχουν αλλάξει και έχουν βασιστεί σε όλη αυτή η διαδικασία. Ποια διαδικασία; Να παίζει μια ειδησεογραφική εκπομπή και να λέει ο συνάδελφος δημοσιογράφος στον μουσικό επιμελητή: «έλα μωρέ βάλε ένα τραγουδάκι τώρα να πάρουμε μία ανάσα».
Και αυτό έχει δημιουργήσει μία κατάσταση η οποία φαίνεται μοιάζει τουλάχιστον κανονική και στον ακροατή. Είμαι βέβαιος πως όταν η γενιά η δική μας φύγει πια από αυτή την ιστορία, ως τελευταίοι των Μοϊκανών, υπό την έννοια πως έχουμε μία σύνδεση με τον ραδιόφωνο που ξέραμε, με όλη αυτή την κατάσταση που προϋπήρχε, τότε θα είναι ελεύθερος ο δρόμος για να προχωρήσει αυτή η κατάσταση που περιγράφουμε τώρα με τα playlist και όλα αυτά, και τη χαριτωμενιά... και τα δύο ντουέτα που αν πρόκειται ας πούμε για αθλητικό ραδιόφωνο είναι δύο, ένας είναι παναθηναϊκός, ο άλλος ολυμπιακός, τσακώνονται ρε παιδί μου και μέσα κάποιοι ακροατές παίρνουν τηλέφωνα, στέλνουν μηνύματα… Αντιστοίχως τα lifestyle πρωινάδικα πάλι με τη χαριτωμενιά, με το απόλυτο τίποτα σε κάποιες από τις περιπτώσεις που προσπαθεί να γίνει κάτι, ξέρεις τώρα, είναι γνωστά όλα αυτά… Θεωρώ ότι η γενιά η δική μας πια είναι η τελευταία γενιά που μπορεί και ασκεί και ένα διαφορετικό λόγο και σε σχέση με όλα αυτά, ακριβώς επειδή έχει προηγηθεί μια εμπειρία σε αυτό, δηλαδή έχουμε ζήσει τους παλιότερους. Εγώ πολλές φορές, τις πιο πολλές φορές, περπατώντας στους διαδρόμους της ΕΡΤ νιώθω πολύ βαριές τις σκιές όλων αυτών των ανθρώπων που πέρασαν από εκεί. Νιώθεις ας πούμε ότι έχει συμβεί κάτι πάρα πολύ σοβαρό, έχει προηγηθεί κάτι πολύ πιο σοβαρό από σένα. Νιώθεις πως είσαι ένα κλάσμα, απειροελάχιστο, μικρό ή μεγάλο, στο όλον και έχεις μια ευθύνη απέναντι σε αυτά που θα αφήσεις και εσύ πίσω σου. Δεν ξέρω ποιο από τα παιδιά που ξεκινούν τώρα με ιδιωτικά ραδιόφωνα, άλλα ραδιόφωνα ή ακόμα και νέα παιδιά που έρχονται στην ΕΡΤ, μπορούν να το αντιληφθούν αυτό που λέω ή μπορούν να το νιώσουν στον βαθμό που το ζούμε τέλος πάντων και το βιώσαμε κάποιοι από εμάς.

-Έχω την αίσθηση ότι έχει χάσει το ραδιόφωνο την ταυτότητά του.

Ναι, συμφωνώ. Συμφωνώ γιατί έχουν χάσει την ταυτότητά τους οι άνθρωποι που κάνουν το ραδιόφωνο. Δηλαδή, όταν εγώ προσπαθώ, τυχαίο το παράδειγμα, να μοιάσω με διάφορους άλλους επειδή αυτοί πουλάνε, τι μαγική λέξη και αυτή, τότε τι κάνω; χάνω την προσωπικότητά μου. Εγώ πάντα ζητούσα και σε συναντήσεις που κάνω με επίδοξους ραδιοφωνικούς παραγωγούς και τις εποχές που βρέθηκα διευθυντής σε διάφορα πόστα της ραδιοφωνίας, την προσωπικότητα του ραδιοφωνικού παραγωγού. Έχω διαφωνήσει με πάρα πολλούς παραγωγούς που τους ακούω στο ραδιόφωνο, με δημοσιογράφους, συναδέλφους, με πληθώρα ανθρώπων. Και αυτό είναι παραγωγικό, είναι δημιουργικό να διαφωνείς δημιουργικά και παραγωγικά. Έχω όμως συμφωνήσει ότι ο καθένας από αυτούς έχει δώσει το δικό του κομμάτι της προσωπικότητας σε αυτή την ιστορία. Δεν είναι ένα μιμητικό on το οποίο απλώς διαβάζει δελτία τύπου ή απλώς σχολιάζει ότι σχολίασε κάποιος άλλος στο διαδίκτυο με τα κείμενά του και όλα αυτά. Άρα το κρίσιμο, Ηλία, για μένα ήταν και θα είναι πάντα η προσωπικότητα αυτού που τυχαίνει, δεν ξέρω πώς, να έχει μπροστά του το μικρόφωνο και να λέει αυτά που λέει.

-Γιατί λείπουν οι υπόλοιπες τέχνες από το ραδιόφωνο. Θέατρο, νέες μουσικές, νέα μουσικά είδη ή μουσικά είδη τα οποία έχουν τρομερή απήχηση σε όλο τον κόσμο; Πού θεωρείς ότι οφείλεται αυτό το πράγμα;

Αυτό είναι ξεκάθαρο για μένα, οφείλεται στην ασχετοσύνη αυτών που διευθύνουν τα ραδιόφωνα. Γιατί αυτό πρέπει να το πούμε, ότι είναι άλλο πράγμα να είσαι μάνατζερ, να διευθύνεις μια επιχείρηση, και άλλο πράγμα να είσαι ο ίδιος δημιουργός ή παραγωγός που λέμε, όλα αυτά τα πράγματα. Αυτός ο διπλός ρόλος που στην Ελλάδα κυρίως υπάρχει και υπάρχει για λόγους οικονομικούς, στο εξωτερικό όπως ξέρεις πάρα πολύ καλά, είναι διακριτός. Δηλαδή είναι άλλο πράγμα αυτός που διευθύνει το μαγαζί και άλλος αυτός ο οποίος πουλάει στο μαγαζί και άλλος αυτός ο οποίος κάνει τις δημόσιες σχέσεις του μαγαζιού. Εδώ υπάρχει μπλέξιμο και δυστυχώς αυτός που διευθύνει σε κάθε περίπτωση παίρνει και τις αποφάσεις για το τι του αρέσει να παίζει ο σταθμός.
Όπως είπες πολύ σωστά και το έχουμε ζήσει και τα προηγούμενα χρόνια, τις προηγούμενες δεκαετίες, το ελληνικό heavy metal έχει μια πολύ μεγάλη πορεία σε χώρες ας πούμε όπως είναι η Σκανδιναβία. Το ίδιο έγινε και βέβαια τώρα ας είναι καλά ο ΛΕΞ και δύο-τρία άλλα παιδιά την έβγαλαν αυτή τη σκηνή μπροστά εδώ και μερικά χρόνια με την κατάσταση αυτή του hip-hop, και δεν θα πω trap, θα πω hip-hop ευρύτερα για να τα περιλάβω όλα και δεν σου κρύβω ότι την εποχή που μια εκπομπή όπως οι «Ροκ Συναναστροφές» που παίζω κάθε μεσημέρι στο Δεύτερο στις τρεις ξεκίνησε να παίζει αυτό το ρεπερτόριο είχα και κάποιες αντιδράσεις, δεν ήταν εύκολο. Χαίρομαι ιδιαίτερα που παίξαμε πρώτοι σε mainstream ραδιόφωνα να το πω έτσι και τους Κοινούς Θνητούς και τους Social Waste και τον ΛΕΞ και τους Λόγος Τιμής και πάρα πολλά άλλα από αυτά τα παιδιά. Εκτός λοιπόν από το αποδεκτό είναι και ανεκτό από ένα μεγάλο μέρος του κοινού πια που δεν γουστάρει αυτή τη μουσική αλλά μπορεί να καταλάβει ότι οι πιτσιρικάδες ή κάποιοι πιτσιρικάδες την ακούν. Ώσπου να γίνει αυτό όμως πέρασε πολύ μεγάλος δρόμος. Και είχε πάλι να κάνει με το ότι κάποιοι διευθυντές ραδιοφωνικών σταθμών και κάποιοι ιδιοκτήτες ραδιοφωνικών σταθμών απλώς δεν γουστάρουν αυτό το είδος και ακόμα δεν το γουστάρουν, δεν τους αρέσει.

-Αφήνει στίγμα το ραδιόφωνο σήμερα;

Νομίζω ότι το στίγμα που αφήνει είναι αυτό που είπαμε λίγο πιο πριν. Δηλαδή, να το πω αλλιώς, είναι πολιτική θέση και το «Όλα Καλά» που τραγουδάει ο Σάκης Ρουβάς. Είναι η άλλη πλευρά της πολιτικής θέσης που εκφράζουν ας πούμε οι Κοινοί Θνητοί σου λέω τώρα μιας και τους αναφέραμε. Έτσι λοιπόν και το ραδιόφωνο του «Τι ωραία είναι όλα και χαριεντιζόμαστε από το πρωί ως το βράδυ» και «Χαχαχα χουχου» και «Τι έκανε ξέρω εγώ στο ταδε Reality» το οποίο εγώ δεν θέλω να το δω ας πούμε, αρνούμαι να το δω. Αλλά αν ακούσω ένα ραδιόφωνο θα το φάω στη μάπα που λένε κανονικά γιατί θα τους σχολιάσουν αυτοί και θα πουν αυτοί τι έγινε στο reality που εγώ δεν είδα χθες το βράδυ ας πούμε. Και αυτό είναι στίγμα. Είναι στίγμα μιας αφασικής εποχής, μιας κοινωνίας η οποία αν ασχολείται μόνο με αυτό, το τονίζω το εάν, αν ασχολείται μόνο με αυτό έχει σοβαρό πρόβλημα έτσι και αλλιώς. Ευτυχώς όμως υπάρχουν εξαιρέσεις και ευτυχώς υπάρχουν και στο ακροατήριο γιατί εδώ πρέπει να εξάρουμε και ένα ακροατήριο το οποίο παρακολουθεί άλλα πράγματα. Μπορεί ας πούμε οι άλλες τέχνες όπως είπες πολύ σωστά να μην αναφέρονται στα δίκτυα αυτά που κουβεντιάζουμε. Ας εξαιρέσουμε την ΕΡΤ εδώ. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι παραστάσεις δεν είναι γεμάτες. Αυτό δεν σημαίνει ότι δρώμενα άλλα καλλιτεχνικά δεν τα παρακολουθεί ο κόσμος, από στόμα σε στόμα και μέσα από το διαδίκτυο και μέσα από τις παρέες και πάει λέγοντας. Απλώς είναι ξεκάθαρο πια ότι αυτό που ήταν mainstream κάποτε, το ραδιόφωνο θέλω να πω, και ο τρόπος με τον οποίο επηρέαζε δεν μπορεί να είναι στις μέρες μας και δεν θα ξανά είναι ποτέ.

-Πώς βλέπεις το μέλλον του ραδιοφώνου;

Από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στις αρχές του 1990, είχα χαρακτηρίσει το playlist το AIDS της μουσικής. Βέβαια, στα χρόνια που ακολούθησαν, τα πράγματα έγιναν πολύ χειρότερα, ως προς τις λίστες, ως προς τα ραδιόφωνα που έχουν θα έλεγα ελευθερία που τελικά δεν είναι και τόσο μεγάλη. Το μέλλον όμως του ραδιοφώνου, όπως το ξέρουμε, και ειδικά με την έλευση του διαδικτύου και τη δυνατότητα ο καθένας να κάνει τις εκπομπές του παντού, ως χόμπι εννοώ πια, είναι λαμπρό.

-Και το μέλλον του αμειβόμενου ραδιοφώνου;

Το μέλλον του αμειβόμενου ραδιοφώνου είναι σκοτεινό. Και είναι σκοτεινό γιατί το τελευταίο, ας πούμε, προπύργιο είναι το δημόσιο ραδιόφωνο. Προφανώς έτσι είναι τα πράγματα. Και τρεις-τέσσερις μεγάλες εταιρείες, οι οποίες, τολμώ να πω, ενδιαφέρονται λιγότερο για το ραδιόφωνο από ότι για τις άλλες επιχειρηματικές δραστηριότητες τους συμπεριλαμβανομένης και της τηλεόρασης.

-Άρα λοιπόν το ραδιόφωνο πάσχει από ραδιοφωνικές διευθύνσεις ή από ραδιοφωνικούς παραγωγούς;

Γενικά υπάρχει πρόβλημα οραματιστών στην εποχή μας. Τα πάντα είναι θέμα οράματος. Θα σου πω το εξής: όλοι όσοι κάνουμε ραδιόφωνο είμαστε κάποιας ηλικίας. Που είναι τα νέα παιδιά; Δεν υπάρχουν; Ας μην γελιόμαστε. Φυσικά και υπάρχουν. Για να γίνει όμως αυτό πρέπει να ξεκινήσει από πάνω.

-Αν μπορούσαμε να βάλουμε κάποιο στόχο για το ραδιόφωνο ποιος θα ήταν αυτός;

Μα είναι απλό. Να μην κάνουμε βήματα πίσω.

-Ποια είναι η μεγαλύτερη ικανοποίηση που σου έχουν δώσει οι «Ροκ Συναναστροφές»;

Οι «Ροκ Συναναστροφές» είναι το ψυχαναλυτικό μου ντιβάνι όπου αντιλαμβάνομαι, νιώθω την επαφή με τους ακροατές σε μια εποχή που ο κόσμος δεν συνηθίζει να επικοινωνεί.

-Και η μεγαλύτερη απογοήτευση;

Το μαύρο στην ΕΡΤ, και στην συνέχεια αυτού όπου το μαύρο διαδέχτηκαν πράγματα τσαπατσούλικα, χωρίς κανείς να ζητήσει συγνώμη για όλο αυτό το κακό που έγινε. Και συγνώμη όχι τόσο στους εργαζομένους αλλά όσον αφορά το κομμάτι του πολιτισμού.

-Αν σε ρωτούσε κάποιος τι είναι οι «Ροκ Συναναστροφές» τι θα του έλεγες;

Οι «Ροκ Συναναστροφές» είναι πάντα μια μουσική εκπομπή που προσανατολίζεται στο Ροκ, όχι μόνο σαν μουσική φόρμα, αλλά ως τάση και τρόπος ζωής. Μια εκπομπή με ανοιχτά αυτιά στην κοινωνία. Μια εκπομπή που συναναστρέφεται με Ροκ διάθεση.

-Πάνο σε ευχαριστώ πολύ που τα είπαμε.

Να σαι καλά Ηλία!