ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΤΣΑΚΝΗΣ: ΞΕΚΑΘΑΡΙΣΑ ΣΥΝΤΟΜΑ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΟΥ ΤΙ ΘΕΛΩ ΝΑ ΚΑΝΩ

ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΤΣΑΚΝΗΣ: ΞΕΚΑΘΑΡΙΣΑ ΣΥΝΤΟΜΑ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΟΥ ΤΙ ΘΕΛΩ ΝΑ ΚΑΝΩ
Ακολουθήστε μας στο Google news

Με αφορμή τις εμφανίσεις του στο Σταυρό του Νότου μαζί με το Γιάννη Μηλιώκα και το Νίκο Ζιώγαλα

26 Οκτωβρίου 2011

Δεν θυμάμαι πότε άκουσα για πρώτη φορά τραγούδια του Διονύση Τσακνή. Θυμάμαι όμως πότε τον είδα ή μάλλον πότε τον άκουσα για πρώτη φορά live. Ήταν στο ιστορικό Καφεθέατρο της οδού Κοδριγκτώνος. Εκείνο το μικρό υπόγειο, με τη μικρή σκηνή, που χώραγε πολύ λίγο κόσμο. Ήταν αρχές της δεκαετίας του 1990 και είχα πάει με το φίλο μου τον Κυριάκο, ως συνήθως (γνωστός «πυροβολημένος» κι αυτός με την ελληνική μουσική), για να ακούσουμε το Διονύση Τσακνή και το Λαυρέντη Μαχαιρίτσα. Αν δεν κάνω λάθος, κιθάρες έπαιζε ο Δημήτρης Μπαρμπαγάλας. Το δίδυμο Τσακνή Μαχαιρίτσα, που έγινε μέχρι και ανέκδοτο, ήταν στα ξεκινήματά του. Περάσαμε εξαιρετικά. Και θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι πήγαμε περισσότερες από μία φορές να τους ακούσουμε. Από την αρχή μάλιστα, εμένα μου άρεσε περισσότερο η τραγουδοποιία του Τσακνή χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν εκτιμούσα και το Μαχαιρίτσα (ειδικά τότε). Νομίζω και του Κυριάκου, αλλά δεν θυμάμαι και σίγουρα. Πέρασαν τα χρόνια. Πάντοτε παρακολουθούσα τις δουλειές του Τσακνή. Και τώρα, με αφορμή τις εμφανίσεις του στο Σταυρό του Νότου μαζί με το Γιάννη Μηλιώκα και το Νίκο Ζιώγαλα, κάναμε μια ευχάριστη συζήτηση, ανανεώνοντας το ραντεβού μας και για μια επόμενη.

Πως προέκυψε η συνεργασία σου με το Γιάννη Μηλιώκα και το Νίκο Ζιώγαλα φέτος στο Σταυρό του Νότου και τι θα ακούσουμε στο πρόγραμμα αυτό;

Αυτή η συνεργασία προέκυψε από την ανάγκη να βρισκόμαστε με τους ομοίους μας. Εκεί θα ακούσουμε διαχρονικά αγαπημένα τραγούδια. Τυχαίνει ο Γιάννης ο Μηλιώκας κι εγώ, το μεγαλύτερο ρεπερτόριό μας να είναι τραγούδια με κοινωνικό περιεχόμενο και, παρά το γεγονός ότι έχουνε γραφτεί σε αλλοτινές εποχές, να είναι επίκαιρα, ιδιαιτέρως επίκαιρα. Και αυτό είναι κάτι που αναζητάει ο κόσμος στις μέρες μας. Είναι σπάνιο αυτό, αλλά συμβαίνει όταν υπάρχουν έντονα κοινωνικά γεγονότα, οι άνθρωποι να συνδυάζουν τη διασκέδαση με την ψυχαγωγία και με κάποιες ανάγκες που και εκείνοι έχουν να συναντηθούν με τους ομοίους τους, εκείνους που εκφράζουν, ενδεχομένως, τις ανησυχίες τους. Αυτό είναι νομίζω η απάντηση και στο τι θα ακούσουμε και στο γιατί βρισκόμαστε εκεί.

Τελευταία έχεις, συχνά, αναλάβει και το ρόλο του ερμηνευτή σε τραγούδια άλλων δημιουργών.

Ναι. Υπάρχουν αρκετοί συνάδελφοι που πιστεύουν ότι έχω έναν ιδιαίτερο τρόπο να ερμηνεύω τα τραγούδια γιατί ποτέ δεν διεκδίκησα για τον εαυτό μου την ιδιότητα του τραγουδιστή. Δεν πιστεύω δηλαδή ότι είμαι τραγουδιστής, πιστεύω ότι είμαι ερμηνευτής. Ξεκίνησα ως τραγουδοποιός. Αυτό λέει πολλά, γιατί ξέρω τι σημαίνει να τραγουδάω το λόγο. Ο τραγουδοποιός μελοποιεί το λόγο το δικό του, άρα λέει μια ιστορία. Ο τρόπος με τον οποίο λέει την ιστορία αυτή δεν έχει να κάνει με την αυστηρή τήρηση των νοτών μόνο, αλλά με την προσπάθεια  απόδοσης του λόγου, του στίχου. Αυτό είναι λογικό, να συμβαίνει και να προεκτείνεται και στις δουλειές των συναδέλφων. Όταν κάποιος μού εμπιστεύεται ένα τραγούδι ας πούμε ο Σταμάτης ο Κραουνάκης που μου εμπιστεύτηκε το «Νταβέλη» ή πρόσφατα ο Νότης ο Μαυρουδής στην τελευταία του δουλειά, τη «Σκυτάλη» - το κάνει επειδή πιστεύει ότι όντως θα το αντιμετωπίσω, όχι ως τραγουδιστής που θα δώσει μεγάλη σημασία στο μελωδικό μέρος, αλλά ως κάποιος που θα δώσει μεγάλη σημασία στο στίχο. Γιατί το τραγούδι πρέπει να περάσει στον κόσμο. Πρέπει να πεις στον κόσμο μια ιστορία. Χρειάζεται να χρωματίσεις αυτή την ιστορία με τους κατάλληλους τονισμούς. Αν δεν ακουστούν οι λέξεις, αν δε νιώσεις πως συμπάσχεις με αυτόν που έγραψε το στίχο όταν είσαι ο ίδιος δεν το συζητώ. Αλλά σαν ερμηνευτής όταν δεν συμπάσχεις με αυτόν που έγραψε το στίχο, τότε δεν πείθεις. Δεν υποτιμώ τους τραγουδιστές, τους σέβομαι και τους εκτιμώ και οι τραγουδιστές έχουν αποδώσει δικά μου τραγούδια με καταπληκτικό τρόπο, αλλά είναι τα ωδικά πτηνά. Ο δημιουργός είναι η κουκουβάγια. Ούτε καμιά τεχνητή αντιπαράθεση πάω να στήσω. Λέω ότι το τραγούδι δεν εξαρτάται μόνο από το ωδικό πτηνό. Και τέλειο να είναι το ωδικό πτηνό, όταν δεν καταλαβαίνει τι τραγουδάει, όταν δεν βάζει το λόγο σαν πρωταρχικό... Καμιά φορά όταν τραγουδάμε, ναρκισσευόμαστε και με τη φωνή μας.

Συμβαίνει αυτό συχνά.

Δεν ενδιαφέρει καθόλου τον ακροατή αυτό λοιπόν σε πληροφορώ.

Βέβαια κάποιος θα μπορούσε να αντικρούσει αυτή την άποψη με το χιλιοειπωμένο επιχείρημα ότι ο Μπιθικώτσης δεν κατανοούσε, ίσως, τι τραγουδούσε όταν ερμήνευε την ποίηση των μεγάλων ποιητών, ωστόσο οι ερμηνείες του ήταν καταπληκτικές.

Πας στην εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα. Πας στην πιο χτυπητή και κραυγαλέα εξαίρεση. Θα έλεγα ότι στην αρχή συνέβαινε αυτό. Αργότερα, νομίζω, η θητεία του δίπλα στο Μίκη και η θητεία του στην Αριστερά γενικότερα τον βοήθησε να ξεκαθαρίσει πολύ καλά αυτά τα πράγματα. Και πάντα υπάρχει και η πρώτη φορά και πάντα υπάρχει και η εξαίρεση, αλλά το σύνηθες πιστεύω ότι είναι αυτό.

Στην περίοδο αυτή που διανύουμε, συχνά, ακούγονται διαμαρτυρίες για την  απουσία των πνευματικών ανθρώπων. Συμμερίζεστε αυτή την άποψη; Μέχρι που «οφείλουν» οι πνευματικοί άνθρωποι ενός τόπου να είναι παρόντες και με ποιους τρόπους;

Πρέπει να παίρνει θέση ο κάθε άνθρωπος. Έτσι δεν είναι; Όταν συμβαίνει  ένας αρμαγεδδών μπορεί κάποιος να πει «εμένα δε με αφορά αυτό γιατί είμαι γιατρός, δε με αφορά γιατί είμαι δικηγόρος, δε με αφορά γιατί είμαι ζωγράφος, δε με αφορά γιατί είμαι οδοκαθαριστής»; Αφορά τον καθένα. Πως θα το εκφράσει ο καθένας είναι ζήτημα προσωπικό δικό του. Εάν χρεωθεί με σιωπή, ας χρεωθεί με σιωπή. Αν χρεωθεί με έργο που εκφράζει τους καιρούς, ας χρεωθεί ή ας πιστωθεί με αυτό. Νομίζω ότι ο καθένας οφείλει να έχει άποψη για αυτό το πράγμα που συμβαίνει. Τώρα, αν την πει μεγαλοφώνως ή χαμηλοφώνως ή αν την πει αλλιώς, αυτό είναι θέμα που αφορά τον ίδιο. Δεν θα γίνουν δίκες προθέσεων, αλλά αυτή η εποχή δεν είναι η εποχή των δημιουργών, είναι η εποχή των μαζών. Οι δημιουργοί ορισμένες φορές λειτουργούν και ως προφήτες. Τώρα ζούμε την προφητεία κάποιων φωτισμένων ανθρώπων να επαληθεύεται. Όταν έγραφε ο Τριπολίτης και μου έδωσε και μελοποίησα τον «Πρόεδρο»: «πρόεδρε ο κόσμος πεθαίνει» το 2002, λειτούργησε προφητικά. Τώρα δεν είναι η ώρα του Τριπολίτη λοιπόν. Τώρα είναι η ώρα του κόσμου.

 Σε συνέντευξή του στο Θανάση Λάλα το 1999 ο συγγραφέας Jose Saramago δίνει μια εξαιρετική απάντηση στο ερώτημα του δημοσιογράφου για το αν ένας από τους ρόλους του συγγραφέα είναι να έρχεται συχνά σε σύγκρουση με την εξουσία: «Γενικότερα δεν πιστεύω ότι αυτός είναι ένας από τους ρόλους του συγγραφέα. Γενικά ο κόσμος υπερβάλλει σε σχέση με τους ρόλους ενός συγγραφέα. Προσωπικά πιστεύω ότι αυτός ο ρόλος, ακόμη και αν υπάρχει, δεν αντιστοιχεί στην ιδιότητα του συγγραφέα αλλά σε αυτήν του πολίτη. Εγώ προτού αρχίσω να γράφω σκεφτόμουν και συμπεριφερόμουν απέναντι στην εξουσία με τον ίδιο τρόπο που λειτουργώ και τώρα. Επιπλέον, αν ένας από τους ρόλους του συγγραφέα ήταν και αυτός, τότε όλοι οι συγγραφείς θα έκαναν το ίδιο πράγμα, θα πάλευαν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο ενάντια στην εξουσία. Τα πράγματα όμως δεν είναι έτσι. Το αποδεικνύει η ιστορία της λογοτεχνίας... Υπάρχουν και συγγραφείς πολύ σημαντικοί που δεν το κάνουν, που ζουν εφησυχασμένοι, για να μη σας πω ότι ζουν πολλοί από αυτούς μια ζωή αγκαζέ με την εξουσία».

 

Αποδεχόμενος φυσικά και ο ίδιος την ιδιότητα του πολίτη. Δεν απεμπόλησε την ιδιότητα του ως πολίτης, είμαι συγγραφές πολίτης, σου λέει. Είναι το ίδιο πράγμα που λέω κι εγώ. Το ίδιο πράγμα λέω ακριβώς. Βέβαια αυτός είναι ο μεγάλος Saramago και μίλησε με ωραιότερο τρόπο, αλλά λέω το ίδιο πράγμα. Το προσυπογράφω και με τα δύο μου χέρια.

Υπάρχει μια μεγάλη συζήτηση για τη σχέση της τέχνης με το βιοπορισμό. Βιοπορίζεσαι αποκλειστικά από τη μουσική; Η δημιουργία, όταν είναι συνδεδεμένη με το βιοπορισμό, είναι ανεπηρέαστη;

Είναι ένα ερώτημα που έχει τεθεί, παλαιό. Κι ο Μπρεχτ με το Λούκατς είχανε μια τέτοια συζήτηση. Ένα είναι δεδομένο: από τη στιγμή που το έργο του καλλιτέχνη φεύγει από το γραφείο του, από το ατελιέ του, από το στούντιό του, είναι εμπόρευμα. Και το επίσης σίγουρο είναι ότι από αυτό το εμπόρευμα τα λιγότερα τα εισπράττει ο καλλιτέχνης. Εγώ θα έλεγα για τον εαυτό μου μακάρι να ζούσα σε μια κοινωνία όπου να σιτιζόμουνα στο Πρυτανείο και να έδινα την τέχνη μου δωρεάν. Αν δεν είχα πρόβλημα στα γηρατειά μου να πεθάνω από ασιτία, όπως πέθαναν πολλοί συνάδελφοί μου, θα έλεγα ότι δεν θέλω να πληρωθώ. Αν είχα την υγεία μου και την περίθαλψή μου χωρίς να χρειάζεται να πληρώσω δραχμή, αν είχα εξασφαλίσει τα γηρατειά μου, θα έλεγα ότι δε με ενδιαφέρει να αμοιφθώ. Αυτό είναι προσωπικό όμως. Κάποιος άλλος θα μπορούσε να σου πει ότι η τέχνη, όπως και οι πολύτιμοι λίθοι, εξαιρούνται από το μαρξιστικό νόμο της αξίας, ακριβώς γιατί δεν έχουν να κάνουν με το χρόνο παραγωγής του προϊόντος. Η αξία αυτό σημαίνει: ο ενσωματωμένος χρόνος για την παραγωγή ενός προϊόντος. Το καλλιτεχνικό έργο είναι κάτι άλλο. Όπως και οι πολύτιμοι λίθοι είναι κάτι άλλο. Αλλά επειδή δε μιλάμε για πολύτιμους λίθους, αλλά μιλάμε για τέχνη, λέω ότι, προφανώς και στις συνθήκες αυτές που ζούμε, εφόσον δεν υπάρχουν Πρυτανεία και οι ιδανικές κοινωνίες που θα θρέψουν έναν καλλιτέχνη, οφείλει ο καλλιτέχνης να αμείβεται για αυτό που παράγει.

Ο τρόπος που αλλάζει...

Τώρα, επειδή μαντεύω την ερώτησή σου! Καμιά φορά υπερισχύει σαν θέμα το πως θα αμοιφθώ και όχι το πως θα παράξω. Πως θα παράξω πρωτοποριακά πράγματα, να μην επαναλάβω τον εαυτό μου, να μη χρησιμοποιώ τις μανιέρες μου... Αυτό είναι ένα ζήτημα, όντως. Και πάρα πολλοί πέφτουνε μέσα στην παγίδα. Τα χρήματα είναι πάντοτε ωραία. Ή μάλλον τα χρήματα είναι πάρα πολύ κακά, ειδικά άμα είναι λίγα (γέλια). Πολλοί λοιπόν πέφτουν στην παγίδα και αυτό είναι οπωσδήποτε σε βάρος ενός έργου που θα μπορούσε να παραχθεί, αν ήταν απαλλαγμένο από αυτή τη λογική. Ναι συμβαίνει. Σε ό,τι με αφορά δεν συμβαίνει, με αποτέλεσμα οι δουλειές μου είναι περίπου αυτοκτονικά αντιεμπορικές τα τελευταία 10 -15 χρόνια. Η δουλειά που κάναμε με τον Τριπολίτη, οι «Γέφυρες», πριν από δέκα χρόνια (2002), είναι ένας δίσκος που, θα έλεγα ότι, κυκλοφόρησε ιγκόγκνιτο. Η δουλειά που έκανα πέρυσι με το Σκαρίμπα είναι ένας δίσκος που μόνο ο κόσμος του βιβλίου πήρε χαμπάρι, γιατί το cd κυκλοφόρησε μαζί με τα άπαντα του Σκαρίμπα. Κι άλλες δουλειές μου. Ξεκαθάρισα σύντομα στη ζωή μου τι θέλω να κάνω. Εντάξει, το πληρώνω. Αλλά οι επιλογές είναι αυτές.

Η δισκογραφία, όπως την είχαμε γνωρίσει στα προηγούμενα χρόνια, μάλλον καταρρέει. Ποια βλέπεις να είναι η διάδοχη κατάσταση;

Οδηγείται στο διαδίκτυο το ζήτημα. Πάει εκεί. Δεν θα πάψει ποτέ ο κόσμος να έχει την ανάγκη να εκφραστεί. Δεν θα πάψει ποτέ ο κόσμος να έχει την ανάγκη να γράφει και να ακούει τραγούδια. Θα αλλάξει προφανώς ο τρόπος διανομής. Αν σκεφτούμε το Γουτεμβέργιο και το Μπετόβεν... Η εποχή της τυπογραφίας έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί. Φτάσαμε στο φωνόγραφο, φτάσαμε στο πικάπ, πήγαμε στο cd player, προχωράμε. Διανέμεται το προϊόν. Ο τρόπος που θα διανέμεται το προϊόν είναι ένα ζήτημα ανοιχτό. Φαίνεται ότι το διαδίκτυο είναι μονόδρομος. Απο εκεί και πέρα δεν θα αλλάξει, ούτε η ανάγκη των ανθρώπων να ακούνε τραγούδια, ούτε η ανάγκη των δημιουργών να θέλουν να εκφραστούν.

Αλλάζει όμως λίγο το τοπίο στον τομέα της πολύπαθης πνευματικής ιδιοκτησίας.

Προφανώς. Και θα έλεγα ότι αλλάζουνε τραγικά. Έχω απαντήσει σε αυτή την ερώτηση και πριν. Να δίνεται δωρεάν η μουσική, καμία αντίρρηση. Μπορεί, όμως, το κράτος να μου εξασφαλίσει εμένα ότι θα μπορώ να ζήσω; Μακάρι. Αν μου εξασφαλίσει εμένα το κράτος όχι να γίνω κροίσος τη ζωή μου, αν μου κόψει ένα μηνιάτικο, να μου πει: Τσακνή έγραψες τριακόσια τραγούδια; Θα τα δώσεις στο λαό τα τριακόσια τραγούδια. Όλα τα δίνω. Και να τα κάνει και ό,τι θέλει. Και να τα διασκευάσει και να τα αλλάξει. Ό,τι θέλει. Μπορείς κράτος να με ζήσεις; Αν μπορείς ναι. Μπορείς να βάλεις στο τέλος όχι στη Δ.Ε.Η. γιατί είναι και ενοχοποιημένη τώρα (γέλια) της κινητής τηλεφωνίας ένα μικρό ποσό να παίρνω; Και να τα μοιράζουμε όλοι οι δημιουργοί ανάλογα με το έργο που έχει ο καθένας και με την προτίμηση που δείχνει ο κόσμος στα τραγούδια του; Πάρτα μετά ελεύθερα. Αλλά αν με καταδικάσεις στη φτώχεια, δεν θα έχω να ζήσω. Και άσε με εμένα που βγαίνω και τραγουδάω σε ένα δημόσιο χώρο. Ο στιχουργός πως θα αμοιφθεί; Ο συνθέτης, που δεν έχει τη δυνατότητα να βγει και να τραγουδήσει, πως θα αμοιφθεί; Πρέπει να κάνει άλλη δουλειά; Αυτό είναι ένα ζήτημα.

Με δεδομένο το μονόδρομο του διαδικτύου, εσύ χρησιμοποιείς το ίντερνετ; Είσαι εξοικιωμένος με την τεχνολογία;

Ναι πολύ. Είμαι από τους πρώτους χρήστες του διαδικτύου στην Ελλάδα. Το χρησιμοποιώ στην δουλειά μου. Χρησιμοποιώ την τεχνολογία στη δουλειά μου. Υπηρετεί η τεχνολογία τη δουλειά μου, δεν δουλεύω μέσω της τεχνολογίας. Αλλά είναι πολύ εύκολο πλέον να κάνεις ένα score για συμφωνική ορχήστρα στον υπολογιστή σου από το να κάθεσαι να γράφεις την παρτιτούρα του καθενός μουσικού. Έτσι δεν είναι. Τώρα ετοιμάζω τη δουλειά με το Σκαρίμπα, που θα την παίξουμε με τη συμφωνική ορχήστρα της Ε.Ρ.Τ. στο Μέγαρο στις 16 Γενάρη. Ενορχήστρωσα ξανά αυτά τα δώδεκα τραγούδια του cd για συμφωνική ορχήστρα. Αν έπρεπε να τα γράψω με το χέρι... Θα μου πεις, οι παλιοί πως τα γράφανε; Ναι τα γράφανε, αλλά ήταν και άλλοι οι ρυθμοί τότε. Τώρα οι ρυθμοί είναι τέτοιοι που δεν σου επιτρέπουν να καθίσεις με το μολύβι και το χαρτί. Μπορείς καλύτερα στον υπολογιστή σου. Βεβαίως και χρησιμοποιώ την τεχνολογία. Εκείνοι που δαιμονοποιούν την τεχνολογία το κάνουν ή επειδή φοβούνται ή επειδή δεν καταλαβαίνουν ότι το βασικό πράγμα που ήτανε πάντοτε ζήτημα και στις επιστήμες δεν φταίει η επιστήμη που χρησιμοποιήθηκε εναντίον του ανθρώπου. Φταίει ο άνθρωπος που τη χρησιμοποίησε κατά τον τρόπο αυτό. Δεν φταίει ο Οπενχάιμερ ή ο Αϊνστάιν που έβαλαν τις βάσεις για τη σχάση του ατόμου. Φταίει ο αρρωστημένος εγκέφαλος που σκέφτηκε ότι η σχάση του ατόμου  μπορεί να γίνει βόμβα.

Τελευταία ερώτηση: έχεις ξεχωρίσει νέους ελπιδοφόρους καλλιτέχνες, τραγουδοποιούς, τραγουδιστές κ.α.;

Ναι, ναι. Βγαίνουν συνεχώς. Βγαίνουν νέα παιδιά, τα οποία, είτε μέσα σε συγκροτήματα, είτε σα μονάδες, αρθρώνουν λόγο. Υπάρχει μια κινητικότητα στο χώρο. Δεν είναι δυνατόν να τελειώσει το τραγούδι στη γενιά των τραγουδοποιών του 1980 και του 1990. Προχωράει το πράγμα, εξελίσσεται, ανατρέπεται, αποκτά δική του γλώσσα. Κάθε γενιά έχει ανάγκη τη δική της γλώσσα. Βεβαίως. Και βλέπω και ακούω και μου στέλνουν και μέσω του διαδικτύου πράγματα και δουλειές για να πω μια γνώμη. Είμαι αισιόδοξος.

Είναι σημαντικό που το αναγνωρίζεις αυτό.

Υπάρχει γεροντοκορισμός στο επάγγελμα. Λέω στους συναδέλφους μου καμιά φορά: θυμόσαστε, στις αρχές της δεκαετίας του 1980, που μας αντιμετώπιζαν καχύποπτα οι προηγούμενοι, πως αισθανόμασταν; Εγώ πάντοτε συνεργάζομαι με νέους ανθρώπους, έχω μαζί μου νέους ανθρώπους. Πάντα. Τώρα συνεργάζομαι, εδώ και δύο χρόνια, με μια τραγουδίστρια 21 ετών, καταπληκτική. Τραγουδάει το «Δε λες κουβέντα» του Τριπολίτη με τρόπο μοναδικό. Εξαιρετικό ταλέντο. Και άσε που τα νέα παιδιά τώρα είναι καταρτισμένα, σπουδάζουνε, ξέρουν μουσική τεχνολογία, πάνε στα ωδεία. Εμείς ήμασταν... Οι περισσότεροι της γενιάς μου, αν εξαιρέσεις δύο τρία ονόματα, μια κιθάρα γρατζουνάνε. Τα νέα παιδιά τώρα; Σε παρακαλώ. Πήγα προχθές και τραγούδησα ένα τραγούδι ενός παιδιού που είναι 19 χρονών. Κάνει ένα δίσκο και τους στίχους τούς γράφει ο πατέρας του. Από τη Λάρισα είναι. Ένας πιανισταράς να σου «φύγει το κεφάλι». Δεν πάει αλλιώς μπροστά. Σκυτάλη είναι. Κι αν το φιλοσοφήσουμε και παραπάνω, τραγουδάκια γράφουμε. Έχει γραφτεί η «Πέμπτη συμφωνία». Τα «Κατά Ματθαίον Πάθη» έχουν γραφτεί. Το «τρίτο» του Ραχμάνινοφ έχει γραφτεί. Τραγουδάκια κάνουμε. Αυτά τα τόσο αστεία και σπουδαία πράγματα. Αυτά τα τόσο ευτελή, αλλά και ταυτόχρονα τόσο σπουδαία.