Ο τάφος του χρυσόψαρου

Ο τάφος του χρυσόψαρου
Ακολουθήστε μας στο Google news

Η Ελένη είχε ένα όμορφο, μικρό, χαζό και ξεχασιάρικο χρυσόψαρο. Ήταν το κατοικίδιο της και παραλλήλως το δώρο των γενεθλίων της. Είχε πει στους γονείς της, θέλω κατοικίδιο και όταν εκείνοι εμφανίστηκαν με την γυάλα και το ψαράκι η Ελένη κατάλαβε ότι την επόμενη φορά έπρεπε να είναι συγκεκριμένη. 

19 Δεκεμβρίου 2013
Σκύλο έπρεπε να πω, σκύλο, όχι κατοικίδιο, σκεφτόταν καθώς οι γονείς της χαμογελαστοί την πλησίαζαν με την γυάλα. Έσβησε τα κεράκια με ένα ουφ. Η γυάλα τοποθετήθηκε στο δωμάτιο της και όλο το βράδυ προσπαθούσε να βρει όνομα για το χρυσόψαρο, το σκυλίσιο όνομα που είχε αποφασίσει τώρα δεν ταίριαζε. Τι άνθρωπος φωνάζει το ψάρι του Τζάκ;
 
Την επόμενη μέρα όταν γύρισε από το σχολείο, πέταξε την τσάντα στην άκρη και κάθισε μπροστά από την γυάλα. Παρατηρούσε το λάθος δώρο που έκοβε βόλτες και άρχισε να του μιλάει, γιατί δεν ήξερε τι άλλο να κάνει με ένα ψάρι, δεν μπορούσε να παίξει μαζί του, δεν μπορούσε να το χαϊδέψει, με λίγα λόγια δεν μπορούσε να κάνει τίποτα. Του είπε για την μέρα της στο σχολείο, για την προπαίδεια που της φαινόταν δύσκολη και για την ιστορία που ήταν το καλύτερο μάθημα σε όλον τον κόσμο, του είπε για τον Φάνη που μένει δίπλα και της λέρωσε το φουστάνι στο διάλειμμα και μετά μάλωσαν, του είπε και για το λάθος δώρο των γονιών της. Όσο μιλούσε η Ελένη το μικρό, όμορφο, χαζό ψαράκι είχε σταματήσει τα σούρτα φέρτα στην γυάλα και της ανοιγόκλεινε το στόμα του όλο προσοχή. Της άρεσε που  είχε κάποιον να μιλάει. Και καθώς μιλούσε στο ψάρι την πήρε ο ύπνος έτσι όπως ήταν καθιστή στο γραφείο, το τελευταίο πράγμα που είδε ήταν το χρυσόψαρο να ανοιγοκλείνει το στόμα του και ήταν σαν να της έλεγε όνειρα γλυκά.
Μέχρι το βράδυ η Ελένη είχε αγαπήσει το δώρο της και του είχε βρει και όνομα, θα το φώναζε Άλφα. Και το δεύτερο ψάρι που θα έπαιρνε θα το φώναζε Βήτα, και το τρίτο Γάμα, μέχρι να φτάσει στο Ωμέγα και μετά φτού από την αρχή. Γιατί το Λενάκι τώρα είχε σκοπό, είχε στόχο και όραμα, να πάρει πολλά ψάρια, να γεμίσει το δωμάτιο της γυάλες κάτι που θα ήταν σαν να ζούσε σε ενυδρείο, που είναι τέλειο γιατί είναι σαν να ζεις στην θάλασσα και αυτό σημαίνει ότι και αυτή θα ήταν κάτι σαν γοργόνα, που είναι ακόμα πιο τέλειο. Το βράδυ καληνύχτισε το Αλφάκι της με ένα ανοιγοκλείσιμο των χειλιών της και ένοιωσε ότι μάθαινε καινούργια γλώσσα.
 
 
Η ιδέα για το δωμάτιο-ενυδρείο την έκανε καλύτερη μαθήτρια γιατί κάθε δεκάρι μεταφραζόταν σε ψάρι. Επίσης την έκανε και πεινασμένη μαθήτρια,  μάζευε το χαρτζιλίκι της για να πάρει μια μεγάλη γυάλα. Μετά από δυο μήνες τα κατάφερε. Το αμέσως επόμενο πράγμα που αγόρασε ήταν δρακουλίνια.  Οι γονείς της ευχήθηκαν να είχαν πάρει σκύλο. Είχε φτάσει στο Γιώτα, το οποίο ήταν το ποιο χοντρό χρυσόψαρο από όλα, κάτι που της φαινόταν πολύ αστείο γιατί το Γιώτα είναι το πιο αδύνατο γράμμα, μια κάθετη γραμμούλα μόνο. Κολυμπούσαν όλα μαζί, χρυσά, μικρούλικα και ευτυχισμένα. Όταν η γιαγιά της αποφάσισε να της κάνει δώρο όχι ένα, όχι δυο αλλά τρία ψαράκια το Λενάκι χοροπήδησε από την χαρά του. Η γιαγιά Τασία την πήρε από το χέρι και την πήγε στο μαγαζί με τα ψάρια και της είπε, <<Διάλεξε>>. Θόλωσε η μικρή από τα πολλά τα ψάρια και αποφάσισε να μην πάρει πάλι μικρό χρυσό  ψαράκι αλλά εκείνα τα περίεργα μαύρα με τις ουρές που έμοιαζαν με φρού φρού. Για να μην τα  μπερδεύω, της είπε. Και επειδή ήταν ένα δώρο αποφάσισε να τα ονομάσει όλα με το ίδιο όνομα, Κάππα. Τα τρία Καππά-κια λοιπόν μπήκαν στο ενυδρείο της Ελένης και η Ελένη καληνύχτισε τα ψαράκια της μέχρι να αποκοιμηθεί. Όπως κάποιοι άλλοι μετράνε πρόβατα, η Ελένη έλεγε σχεδόν σαν προσευχή, καληνύχτα Α, καληνύχτα Β, καληνύχτα Γ μέχρι να φτάσει στο Κ, τότε έλεγε καληνύχτα ΚΚΚ. Η μητέρα της που πέρναγε έξω από το δωμάτιο, όταν την άκουσε νόμιζε ότι το παιδί της κεκέδιζε αλλά μετά την άκουσε πάλι, καληνύχτα Α. 
 
Το επόμενο πρωί το χρυσόψαρο Γιώτα δεν κολυμπούσε. Επέπλεε και καθώς ήταν ακόμα από τον ύπνο δεν έδωσε σημασία γιατί το Γιωτάκι ήταν  χοντρό και για έναν περίεργο λόγο της φάνηκε λογικό να μην κολυμπάει. Πλύθηκε, ντύθηκε και όταν έπινε το γάλα της το είπε στην μητέρα της. Και τότε η μητέρα της με την σιγουριά  του γονιού πήρε την Ελένη από το χέρι. Την μια στιγμή στεκόντουσαν πάνω από την γυάλα και την άλλη  πάνω από την τουαλέτα. Πες αντίο της είπε και όχι μόνο αντίο δεν πρόλαβε να πει η Ελένη αλλά ούτε να σκεφτεί ποιος, τι και γιατί. Το καζανάκι πατήθηκε, το Γιωτάκι εξαφανίστηκε και η Ελένη τσίριξε.  
 
Στο σχολείο το μυαλό της Ελένης ήταν αλλού, ούτε να παίξει κλέφτες και αστυνόμοι ήθελε, ούτε σχοινάκι, ούτε να μαλώσει με τον Φάνη.  Υπάρχει αλφάβητο χωρίς γιώτα; Υπάρχει παράδεισος για τα χρυσόψαρα; Λες να λυπηθούν τα υπόλοιπα; Τέτοια σκεφτόταν στο διάλλειμα όταν ο Φάνης κάθισε δίπλα της και την ρώτησε αν ήταν καλά. Πως θα ήταν το αλφάβητο χωρίς το Ι, τον ρώτησε. Θα ήταν μόνο 23 γράμματα, αυτό θα ήταν χωρίς το Ι, της απάντησε. Είσαι ηλίθιος, του αντιγύρισε και σκέφτηκε μήπως να ρώταγε την δασκάλα της, την κύρια Τόνια που ήταν και πολύ καλή μαζί της.  Δεν θα ρώταγε  τίποτα και κανέναν. Δικά της ψάρια, δικό της και το πρόβλημα. Το επόμενο θα το έβγαζε γιώτα ξανά, για να καλύψει το κενό ανάμεσα στο θήτα και στο κάππα. 
Γύρισε σπίτι με μούτρα κατεβασμένα, είχε ήδη καταστρώσει σχέδιο απόκτησης καινούργιου Γιώτα. Όταν η μαμά της την ρώτησε, τι έχει έβαλε τα κλάματα, αυτή ήταν η απάντηση της. Στο δευτερόλεπτο είχε πάρει υπόσχεση από την μάνα της ότι το απόγευμα θα πήγαιναν να αγοράσουν ψάρι. Στο δωμάτιο της μπήκε με ένα μικρό χαμόγελο νίκης, το οποίο όμως γρήγορα πάγωσε. Στην επιφάνεια του νερού επέπλεαν άλλα δυο χρυσόψαρα.
 
Η μέρα εκείνη έχει χαραχτεί στην συλλογική μνήμη της οικογένειας, η Ελένη δεν σταμάτησε να κλαίει όλο το μεσημέρι. Οι γονείς της παρέδωσαν, πως άλλωστε να αντιμετωπίσεις το μακελειό των χρυσόψαρων. Κλείστηκε στο δωμάτιο της και τύλιξε την γυάλα με τα χέρια της, κόλλησε την μύτη της στο γυαλί και προσευχόταν να μην πεθάνει κι άλλο. Κάποια στιγμή αναγκαστικά την πήρε ο ύπνος, τα μάτια της είχαν κουραστεί, από το ψεύτικο κλάμα και από το αληθινό. Την σήκωσε ο μπαμπάς της, αφού πρώτα ξέμπλεξε τα χεράκια της από την περιφέρεια της γυάλας και την έβαλε στο κρεβάτι. 
 
Το βράδυ έκανε άσχημο ύπνο, γεμάτο εφιάλτες. Έβλεπε γυάλες με χρυσόψαρα να πέφτουν στο πάτωμα και να σπάνε, τα ψαράκια να σπαρταράνε και αυτή να μην μπορεί να κάνει τίποτα. Το πρωί το λειψό της αλφάβητο ήταν εκεί, η γυάλα δεν είχε σπάσει και τα ψαράκια ήταν όλα εκεί, τα μέτρησε για σιγουριά. Έφυγε από το σπίτι ανακουφισμένη. Το μεσημέρι όμως που γύρισε είχε σημειωθεί άλλη μια απώλεια. Το Βήτα είχε ακολουθήσει το Γιώτα, το Δέλτα και το Ήττα, στον υγρό τάφο της τουαλέτας. Έβαλε τα κλάματα και κλείστηκε στο δωμάτιο της. Οι γονείς της χαμηλόφωνα συζητούσαν για την κατάσταση των χρυσόψαρων και της κόρης τους, λες και είχαν άρρωστο στο σπίτι.
 
Η μικρή αποφάσισε να μείνει ξύπνια όλο το βράδυ, να παρακολουθήσει τα ψάρια, να δει τι γίνεται. Μέχρι τις 12:30 κατάφερε να κρατήσει τα μάτια της ανοιχτά, από κει και μετά τα βλέφαρα της κατέβαιναν μόνα τους. Ξύπναγε και ξανακοιμόταν σε όλη την διάρκεια της νύχτας, κάποια στιγμή  νόμιζε ότι είδε το Άλφα να το έχουν στριμώξει τα ΚΚΚ άλλα όταν σηκώθηκε το πρωί είχε μείνει στο μυαλό της σαν κακό όνειρο, μέχρι που είδε το Άλφα, το πρώτο πρώτο της ψαράκι να επιπλέει. 
 
Στο σχολείο πήγε με τα χίλια ζόρια, τι κι αν έκλαψε στην μητέρα της, τι κι αν την παρακάλεσε να πάρει μαζί της την γυάλα, το μόνο που κατάφερε ήταν να πάει στο σχολείο με μάτια πρησμένα και με χέρια άδεια. Το μεσημέρι εκείνο η μικρή δεν θα το ξεχάσει ποτέ, η αλφάβητός της είχε ξεκληριστεί. Στην επιφάνεια το Γάμμα, το Έψιλον, το Ζήτα και το Θήτα. Τα τρία Κάπα βολτάριζαν ξέγνοιαστα, κουνώντας τις ουρές τους πέρα δώθε. Εκείνη την στιγμή το πήρε απόφαση ότι ποτέ δεν θα γίνει γοργόνα και ποτέ δεν θα ζήσει σε ενυδρείο. Μάζεψε τα όμορφα, χρυσά ψαράκια και πήγε μόνη της στην τουαλέτα. Η μαμά της την παρακολουθούσε με την άκρη του ματιού της, η Ελένη δεν έκλαψε ούτε δάκρυσε. Σε κάθε καζανάκι που ακουγόταν, η μαμά της άκουγε και μια φωνούλα, «Αντίο Γιώτα, αντίο Έψιλον, αντίο Ζήτα, αντίο Θήτα».
 
Μετά για λίγο έμεινε μόνη της με τα ΚΚΚ, δεν τα ήθελε άλλο, ήταν σίγουρη ότι αυτά έφταιγαν. Δικά της όμως τα ψάρια, δικό της και το πρόβλημα. Σήκωσε την γυάλα στα χέρια της και βγήκε από το δωμάτιο μέχρι να φτάσει στο μπάνιο, είχε γεμίσει τον διάδρομο πιτσιλιές από νερό και καθώς το νερό της γυάλας κουνιόταν τόσο τα ΚΚΚ πηγαινορχόντουσαν. Έφτασε πάνω από την τουαλέτα και απλώς αναποδογύρισε την γυάλα, για λίγο τα είδε να κολυμπάνε στην τουαλέτα και μετά πάτησε το καζανάκι χωρίς να πει αντίο. 
 
Στα επόμενα της γενέθλια η Ελένη ζήτησε ποδήλατο και ποτέ ξανά στην ζωή της δεν πήρε κατοικίδιο.  

 

THE KKK TOOK MY BABY AWAY
 
She went away for the holidays
Said she's going to L.A.
But she never got there
She never got there
She never got there, they say 
[x2]
 
[Chorus: x2]
The KKK took my baby away
They took her away
Away from me
 
Now I don't know
Where my baby has been
They took her from me
They took her from me
I don't know
Where my baby has been
They took her from me
They took her from me
 
Ringy, ringy, ringy
Up the President
And find out
Where my baby went
Ringy, ringy, ringy
Up the FBI
And find out if
My baby's alive
Yeah, yeah, yeah
 
oh oh oh oh oh oh
oh oh oh oh oh oh
 
She went away for the holidays
Said she's going to L.A.
But she never got there
She never got there
She never got there, they say 
[x2]
 
[Chorus: x3]
 
The KKK took my baby away 
They took my girl
They took my baby away