Πήγαμε, είδαμε 1349, Ruins of Beverast, Vitriol και Sarcator στο Fuzz Club

Πήγαμε, είδαμε 1349, Ruins of Beverast, Vitriol και Sarcator στο Fuzz Club
Ακολουθήστε μας στο Google news

Χιονοθύελλα

14 Μαΐου 2025

του Δημήτρη Σταματίου

To 1349 ήταν η χρονιά που ο «Μαύρος Θάνατος», η πανδημία της βουβωνικής πανώλης «χτύπησε» τη Νορβηγία. Όταν ένα συγκρότημα επιλέγει αυτή τη χρονιά για το όνομά του, εύκολα καταλαβαίνει κάποιος ότι μάλλον δεν θα τραγουδάει για αγάπη, λουλούδια και τρυφερά κουνελάκια.

Πρέπει να πω ότι είχα αδημονία για τη συναυλία της ορδής από το Όσλο, καθώς οι 1349, παρότι παίζουν εντελώς παραδοσιακό νορβηγικό black metal, είναι από τις μπάντες που έχουν διαρκώς υψηλή ποιότητα στους δίσκους τους και μια «take no prisoners» προσέγγιση στη μουσική τους που πάντα με γοητεύει. Και πρέπει να πω ότι δεν με απογοήτευσαν καθόλου.

Όμως, ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή και κυρίως ας αναφερθούμε σε μια παράλειψη του υπογράφοντα: λόγω ανειλημμένων επαγγελματικών υποχρεώσεων, δυστυχώς δεν πρόλαβα να δω τα δύο πρώτα συγκροτήματα που άνοιγαν αυτή τη χορταστική βραδιά, τους Sarcator και τους Vitriol, μια παράλειψη που θα επιχειρήσω να καλύψω σε επόμενη εμφάνισή τους.

Μόλις έφθασα στο Fuzz, στη σκηνή ανέβαιναν οι Ruins of Beverast, το προσωπικό όχημα του Γερμανού πολυοργανίστα και μέλους των ιστορικών Nagelfar, Alexander von Meilenwald, οι οποίοι για περίπου μια ώρα γέμισαν κάθε γωνία του χώρου με το progressive μείγμα τους από doom, black metal και ολίγη από death metal.

To συγκρότημα παίζει έντονα ατμοσφαιρική, αλλά και σκοτεινή μουσική, ακόμα και όταν επιταχύνει κάπως, ο ήχος τους παραμένει doomy και μελαγχολικός, ενώ τα μεγάλα σε διάρκεια κομμάτια μοιάζουν με μικρές σουίτες, με έντονες αλλαγές δυναμικής και ατμόσφαιρας. Πολύ καλή μπάντα και ό,τι πρέπει για τη θύελλα που ακολούθησε.

Πριν μιλήσω για αυτούς καθαυτούς τους 1349, πρέπει να κάνω ιδιαίτερη μνεία στον ντράμερ του συγκροτήματος, τον διαβόητο Frost, ο οποίος αν και δεν κατάπιε φωτιές, όπως συνηθίζει να κάνει στις συναυλίες, εντούτοις είναι αυτός που καθορίζει σε μεγάλο βαθμό το επίπεδο της βίας του κάθε κομματιού της μπάντας.

Ο Frost είναι ένας από τους καλύτερους ντράμερ του σύμπαντος και η ταχύτητα με την οποία παίζει συγκρίνεται μόνο με οπλοπολυβόλο που έχει πάρει speed: στην πραγματικότητα, νομίζω ότι οι καλύτερες στιγμές της συναυλίας ήταν όταν το συγκρότημα επικεντρωνόταν στην απόλυτη ταχύτητα και ο ήχος τους έμοιαζε με μια τεράστια χιονοθύελλα σε κάποια νορβηγική στέπα, με τον τραγουδιστή Ravn να ορύεται πάνω από τον θόρυβο καλώντας - θα έλεγε κανείς - τον ερχομό του Ragnarök, του τέλους του κόσμου.

Όπως προανέφερα, οι 1349 παίζουν παραδοσιακό black metal. Αυτό σημαίνει πολύ tremolo picking στην κιθάρα (και, αργά ή γρήγορα, καρπιαίο σωλήνα για τον κιθαρίστα...), μπάσο που σχεδόν δεν ακούγεται, brutal φωνητικά (o Ravn κινείται στην κατεύθυνση του κρωγμού και όχι του ουρλιαχτού) και blastbeats στα ντραμς. Και η συναυλία τα είχε όλα αυτά, μαζί με μερικά από τα πιο χαρακτηριστικά κομμάτια της μπάντας, από το «Riders of the Apocalypse» ως το «I am Abomination».

Μετά από περίπου μια ώρα χάους, οι 1349 εγκατέλειψαν τη σκηνή του Fuzz, αφήνοντας το κοινό πλήρως ικανοποιημένο, μετά από μια χορταστική βραδιά ακραίου metal ήχου. Long live the plague, λοιπόν...